Άκρως Απόρρητο, του Νίκου Παπαδάτου

Οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ 1944-1952

Η έκδοση του βιβλίου Άκρως Απόρρητο: Οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ, 1944-1952 του νέου ιστορικού Νίκου Παπαδάτου φέρνει στο ελληνικό κοινό μια συλλογή 193 εγγράφων από τα αρχεία της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Στο κύριο σώμα του βιβλίου παρουσιάζεται το αρχειακό υλικό σε ενότητες ανάλογα με την αρχειακή συλλογή απ’ την οποία προέρχεται και με χρονολογική σειρά. Τα έγγραφα φωτίζουν σε σημαντικό βαθμό τις σχέσεις ΚΚΕ-ΚΚΣΕ σε μια ιδιαίτερα σημαντική περίοδο για την Ελλάδα που ξεκινάει από τα τέλη του ‘44 και φτάνει ως τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια. Την έκδοση συμπληρώνουν μία μακροσκελής πλην χρήσιμη εισαγωγή, όπου ο συγγραφέας παρουσιάζει το πλαίσιο λειτουργίας των σχέσεων ΚΚΕ-Διεθνούς Κομμουνιστικού Κέντρου, όπως αυτό δημιουργείται από τον Μεσοπόλεμο ενώ καταθέτει και πλευρές της μεθοδολογίας του γύρω από την ιστορική έρευνα. Τέλος, διατυπώνει και παρουσιάζει προσεγγίσεις γύρω από γεγονότα του Δεκέμβρη του ‘44 και του Εμφυλίου πολέμου. Την έκδοση συμπληρώνουν βιογραφικά σημειώματα από τους φακέλους σημαντικών στελεχών του ελληνικού και του σοβιετικού κομμουνιστικού κόμματος, τα οποία μας βοηθούν να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τους πρωταγωνιστές της εποχής. Συνολικά, πρόκειται για μια πολύ χρήσιμη έκδοση, καθώς το ελληνικό αναγνωστικό κοινό ακόμα και ιστορικοί της περιόδου δεν μπορούσαν να βρουν μεταφρασμένο στα ελληνικά παρά διασκορπισμένα ψήγματα από το παρουσιαζόμενο υλικό.

Μεγέθυνση

Άκρως Απόρρητο: Οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ 1944-1952 Νίκος Παπαδάτος
Άκρως Απόρρητο: Οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ 1944-1952 Νίκος Παπαδάτος

Αθήνα: ΚΨΜ, 2019

Η έκδοση του βιβλίου Άκρως Απόρρητο: Οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ, 1944-1952 του νέου ιστορικού Νίκου Παπαδάτου φέρνει στο ελληνικό κοινό μια συλλογή 193 εγγράφων από τα αρχεία της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Στο κύριο σώμα του βιβλίου παρουσιάζεται το αρχειακό υλικό σε ενότητες ανάλογα με την αρχειακή συλλογή απ’ την οποία προέρχεται και με χρονολογική σειρά. Τα έγγραφα φωτίζουν σε σημαντικό βαθμό τις σχέσεις ΚΚΕ-ΚΚΣΕ σε μια ιδιαίτερα σημαντική περίοδο για την Ελλάδα που ξεκινάει από τα τέλη του ‘44 και φτάνει ως τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια. Την έκδοση συμπληρώνουν μία μακροσκελής πλην χρήσιμη εισαγωγή, όπου ο συγγραφέας παρουσιάζει το πλαίσιο λειτουργίας των σχέσεων ΚΚΕ-Διεθνούς Κομμουνιστικού Κέντρου, όπως αυτό δημιουργείται από τον Μεσοπόλεμο ενώ καταθέτει και πλευρές της μεθοδολογίας του γύρω από την ιστορική έρευνα. Τέλος, διατυπώνει και παρουσιάζει προσεγγίσεις γύρω από γεγονότα του Δεκέμβρη του ‘44 και του Εμφυλίου πολέμου. Την έκδοση συμπληρώνουν βιογραφικά σημειώματα από τους φακέλους σημαντικών στελεχών του ελληνικού και του σοβιετικού κομμουνιστικού κόμματος, τα οποία μας βοηθούν να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τους πρωταγωνιστές της εποχής. Συνολικά, πρόκειται για μια πολύ χρήσιμη έκδοση, καθώς το ελληνικό αναγνωστικό κοινό ακόμα και ιστορικοί της περιόδου δεν μπορούσαν να βρουν μεταφρασμένο στα ελληνικά παρά διασκορπισμένα ψήγματα από το παρουσιαζόμενο υλικό.

Κεντρική θέση του Νίκου Παπαδάτου αποτελεί ότι το ΚΚΕ, όπως και τα υπόλοιπα «μπολσεβικοποιημένα» κόμματα της Ευρώπης, δομείται από τον Μεσοπόλεμο ως ένα κόμμα με αυστηρή πειθαρχία προς τις υποδείξεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς, της οποίας άλλωστε αποτελεί «τμήμα». Προοδευτικά όλο και περισσότερο η ίδια πειθαρχία τηρείται και απέναντι στις προτεραιότητες του ΚΚΣΕ και της Σοβιετικής Ένωσης καθώς θεωρούνται το στρατηγικό κέντρο/επιτελείο του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Η περίοδος, μάλιστα, που εξετάζεται εδώ βρίσκει την ΕΣΣΔ (και συνακόλουθα το ΚΚΣΕ) στο απόγειό της και την Κομμουνιστική Διεθνή διαλυμένη. Το Κέντρο, επομένως, αν και τυπικά παύει να υπάρχει ταυτίζεται ολοένα και περισσότερο με την ίδια την ΕΣΣΔ και το ΚΚΣΕ. Το γεγονός αυτό σε συσχετισμό με το εξαιρετικά ρευστό διεθνές περιβάλλον την περίοδο 1944-52 δημιουργεί συγκεκριμένες στρεβλώσεις, καθώς τα ΚΚ καλούνται να προσαρμόσουν την πολιτική τους στις προτεραιότητες του ΚΚΣΕ και του κράτους το οποίο διευθύνει, της ΕΣΣΔ. Ο Παπαδάτος παίρνει θέση όσον αφορά τον αντίκτυπο αυτής της εξέλιξης για το ελληνικό ζήτημα υποστηρίζοντας ότι η –λελογισμένη– υποστήριξη των ΚΚΣΕ/ΕΣΣΔ προς το ΚΚΕ στα Δεκεμβριανά και τον Εμφύλιο πόλεμο αποκτά εργαλειακό χαρακτήρα και παύει, όταν ο αγώνας αυτός κινδυνεύει να τους δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα παρά λύσεις.

Ωστόσο, όπως προκύπτει και από το παρατιθέμενο αρχειακό υλικό, δεν πρέπει να υποτεθεί ότι υπάρχει μία απόλυτη σχέση «εντολοδόχου-υλοποιητή» μεταξύ διεθνούς κομμουνιστικού κέντρου και ΚΚΕ. Η σχέση είναι αρκετά πιο πολύπλοκη. Υπάρχουν στιγμές που τα εθνικά ΚΚ υπερβαίνουν, αναπροσαρμόζουν ή τροποποιούν τις κεντρικές κατευθυντήριες γραμμές (παράδειγμα αποτελεί η ανυπακοή του ΚΚΕ να κατέλθει στις εκλογές του ‘46 παρά την αντίθετη σοβιετική συμβουλή). Αντίστοιχα, πολλές φορές η πρωτοβουλία των κινήσεων ανήκει στα εθνικά ΚΚ με το ΚΚΣΕ να καλείται να εγκρίνει, να τροποποιήσει ή να τις σταματήσει. Είναι δεδομένο, και προκύπτει μέσα από τα παρατιθέμενα έγγραφα, ότι το ΚΚΣΕ πιέζει ποικιλοτρόπως για την προσαρμογή των εθνικών ΚΚ στις προτεραιότητές του. Στην ελληνική περίπτωση, στο Άκρως Απόρρητο παρουσιάζεται στο ελληνικό κοινό το πώς η σοβιετική κομματική ηγεσία μεταχειρίζεται τις εσωκομματικές αντιθέσεις που ξεπηδούν στο εσωτερικό του ΚΚΕ το 1948 με τη σύγκρουση ΖαχαριάδηΒαφειάδη για να προωθήσει τη θέση της για αναδίπλωση και τερματισμό του Εμφυλίου πολέμου αλλά και της λογικής που πρέσβευε ο Ζαχαριάδης μεταπολεμικά.

Μια επιπλέον συμβολή του έργου του Παπαδάτου είναι ότι πραγματεύεται τα παραπάνω ζητήματα με αποστασιοποιημένο, επιστημονικό τρόπο χωρίς να επιχειρήσει να δικαιώσει ή να καταδικάσει πρόσωπα, όπως είθισται στις συζητήσεις περί της συγκεκριμένης περιόδου. Αντιθέτως, επιχειρεί ξεκάθαρα να αναδείξει τις πολιτικές σχέσεις κι εκεί να εντάξει τον ρόλο των προσωπικοτήτων. Αντίστοιχα, από την εισαγωγή γίνεται σαφές ότι δεν θα ακολουθηθεί ένας «ελληνοκεντρικός» τρόπος εξέτασης των γεγονότων. Αντιθέτως, οι σχέσεις ΚΚΕ-ΚΚΣΕ και το ελληνικό ζήτημα εντάσσονται στο ευρύτερο διεθνές πλέγμα των σχέσεων και προτεραιοτήτων της Σοβιετικής Ένωσης στη δεδομένη χρονική συγκυρία. Με αυτά τα δεδομένα και αξιοποιώντας το αρχειακό υλικό, ο αναγνώστης μπορεί να διαμορφώσει μια αντικειμενικότερη άποψη σε σχέση με τα ανοιχτά ερωτήματα περί της τακτικής και στρατηγικής του ΚΚΕ σε συνάρτηση με τη στάση του διεθνούς κομμουνιστικού κέντρου. Βεβαίως, το σοβιετικό αρχειακό υλικό που παρουσιάζεται εδώ και οι παρατηρήσεις του συγγραφέα στην εισαγωγή δεν επαρκούν για να παρουσιάσουν μια ολοκληρωμένη εικόνα. Άλλωστε, τα ζητήματα που αγγίζονται από το αρχειακό υλικό απαιτούν μια συνδυαστική εξέταση πηγών ελληνικών και ξένων και μια συνολική εποπτεία της ιστορικής περιόδου και της πολιτικής/ θεωρητικής συζήτησης στο κομμουνιστικό κίνημα προκειμένου να διατυπωθεί μια συνεκτική θέση. Το Άκρως Απόρρητο πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ένα πολύτιμο εργαλείο για τους μελετητές της περιόδου, τους μαρξιστές και τους αντίστοιχους φορείς που ενδιαφέρονται για την ιστορία του ελληνικού και διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Ο μη αποχαρακτηρισμός σημαντικών φακέλων των σοβιετικών αρχείων, δυστυχώς, δεν επιτρέπει την ολοκλήρωση της εικόνας, τουλάχιστον όσον αφορά τη Σοβιετική Ένωση και το ΚΚΣΕ.

Συνοψίζοντας, αν η παρούσα συλλογή εγγράφων δεν χρησιμοποιηθεί αποσπασματικά ή εντυπωσιοθηρικά (κίνδυνοι που δυστυχώς είναι υπαρκτοί), αλλά ακολουθηθεί η γενική μεθοδολογία που παρουσιάζεται στην εισαγωγή (χωρίς απαραίτητα την αποδοχή όλων των θέσεων του Παπαδάτου), τότε έχουμε μια σημαντική συνεισφορά στην ιστορική μελέτη αλλά και τη σύγχρονη πολιτική-θεωρητική συζήτηση.