Στο άρθρο αυτό εξετάζεται η έννοια της ανθεκτικότητας ως εργαλείο κοινωνικού ελέγχου και διαχείρισης κρίσεων. Από τους διεθνείς οργανισμούς ώς τις τοπικές αυτοδιοικήσεις η ανθεκτικότητα κεντρικοποιείται ως στόχευση σε όλες τις κλίμακες της διακυβέρνησης και επικαθορίζει τη χάραξη και άσκηση πολιτικών. Μέσα από τη γενεαλογία της έννοιας αναδεικνύουμε τις διαδικασίες διαμόρφωσης του ανθεκτικού υποκειμένου, ως ευέλικτου, πειθαρχημένου και κυρίως στερημένου από τη δυνατότητα να φανταστεί εναλλακτικές. Εστιάζουμε στο μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα το οποίο, εφόσον αντιμετωπίζεται ως «κρίση», «απειλή» ή «ευκαιρία καπιταλιστικής ανάπτυξης», αξιοποιεί την ανθεκτικότητα ως εργαλείο διαχείρισης και αποστέρησης δικαιωμάτων. Μέσα από το παράδειγμα της Ελλάδας εντοπίζουμε όψεις του συνοριακού καθεστώτος της Ευρώπης και τέλος διερευνούμε δυνατότητες αμφισβήτησης του κυρίαρχου πλαισίου προβάλλοντας μια πολιτική ματιά στο μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα με κέντρο τους αγώνες και τις αντιστάσεις.

Εισαγωγή

Η έννοια της ανθεκτικότητας τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται όλο και πιο συχνά σαν η ιδανική απάντηση σε όλες τις επικείμενες απειλές και καταστροφές. Σε ένα πολύπλοκο, ανοιχτό, ετερογενές και αβέβαιο πλαίσιο, η προσφυγή στην ανθεκτικότητα ως στόχευση μοιάζει επιβεβλημένη. Την ίδια στιγμή ελάχιστη συζήτηση γίνεται για τη γενεαλογία μιας έννοιας που παρουσιάζεται ως ένας αδιαμφισβήτητος καθολικός τρόπος σκέψης και ανάλυσης. Μια έννοια που μοιάζει χωρίς ιστορία και ενώ διακηρύσσει την ευελιξία και την προσαρμογή, είναι και η ίδια ευέλικτη να προσαρμόζεται πότε πιο κοντά στο ύφος των διακηρύξεων της στρατιωτικής μηχανής του ΝΑΤΟ και πότε της κοινωνίας των πολιτών. Στο παρόν άρθρο υποστηρίζουμε ότι σε όλες τις περιπτώσεις αυτό που η ανθεκτικότητα εγγυάται είναι η ασφάλεια του καπιταλιστικού συστήματος και της κεφαλαιακής μεγέθυνσης. Η κατανόηση αυτού του νέου εργαλείου κοινωνικού ελέγχου μπορεί να ρίξει φως σε σύγχρονες εξελίξεις ως προς τη λειτουργία του αστικού κράτους, όχι μόνον ως προς το ρόλο υπερκρατικών θεσμών αλλά και ως προς το σύνθετο πλέγμα μετασχηματισμού, συμπλήρωσης και αντικατάστασης κλασικών λειτουργιών του αστικού κράτους. Προωθώντας την εμπέδωση της κλιμακωτής διακυβέρνησης με κυρίαρχη τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, την εξατομίκευση της ευθύνης και, τελικά, την ωμή επιβίωση απέναντι σε ό,τι μας επιβάλλει ο καπιταλισμός, η ανθεκτικότητα μάς καλεί να υιοθετήσουμε, κοινωνικά, άνευ όρων την έννοια της φυσικής επιλογής, των κερδισμένων και των χαμένων στην κούρσα του ανταγωνισμού.

Σε αντιπαράθεση με προσεγγίσεις που, παρ’ όλο που είναι κριτικές, βλέπουν ως εφικτή μία θετική (επανα)νοηματοδότηση του όρου, η οπτική μας εγγράφεται στο ρεύμα που εκκινεί από τη δομική σχέση μεταξύ ανθεκτικότητας και νεοφιλελευθερισμού, τον οποίο δεν προσεγγίζουμε απλά ως μια πολιτική διαχείρισης αλλά ως τον καπιταλισμό της εποχής μας. Η συζήτηση για το τι είναι ο νεοφιλελευθερισμός είναι ευρεία και ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια του παρόντος άρθρου. Ωστόσο, θεωρούμε χρήσιμο να σημειώσουμε κάποια από τα χαρακτηριστικά του που θα μας βοηθήσουν στην κατανόηση του εργαλείου της ανθεκτικότητας. Όπως εξηγούν οι Πεκ, Μπρένερ και Θίοντορ, ο νεοφιλελευθερισμός «είναι ένα πολυ-κλιμακωτό φαινόμενο: ανασυστήνει τις κλιμακούμενες σχέσεις μεταξύ των θεσμών και των οικονομικών παραγόντων, όπως οι δημοτικές αρχές, τα εθνικά κράτη και το χρηματιστικό κεφάλαιο». Επιπλέον, σημειώνουν πως «δεν έχουμε να κάνουμε με ένα συνεκτικό και οριοθετημένο -ισμό, σύστημα ή τελική κατάσταση, αλλά περισσότερο με μία άνιση, αντιφατική και εν εξελίξει διαδικασία νεοφιλελευθεροποίησης» (Peck et.al., 2009:51).

Για να κατανοήσουμε, όμως, καλύτερα το πώς η ανθεκτικότητα λειτουργεί ως το νέο εργαλείο χειραγώγησης, σε όλο το φάσμα και σε όλα τα επίπεδα της διαδιακσίας νεοφιλελευθεροποίησης, θα προσπαθήσουμε, αρχικά, να περιγράψουμε τη γενεαλογία του όρου και το πώς συνδέεται με ευρύτερες τάσεις του σύγχρονου καπιταλισμού, καθώς και τον τρόπο που ο υπαρκτός νεοφιλελευθερισμός παρεμβαίνει σε διαδικασίες υποκειμενοποίησης. Επομένως, η συζήτηση για την ανθεκτικότητα στο άρθρο αυτό έχει ως κέντρο τα κοινωνικά και πολιτικά της αποτελέσματα ως μορφή χειραγώγησης. ως τεχνική αποστέρησης δικαιωμάτων και «εκπαίδευσης» στην πειθάρχηση. Για το λόγο αυτό, στο δεύτερο μέρος θα σκιαγραφήσουμε κάποιους από τους τρόπους χρήσης του εργαλείου αυτού στη διαχείριση του μεταναστευτικού και προσφυγικού ζητήματος με έμφαση στην Ελλάδα και τα αποτελέσματα της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας. Δεδομένου ότι παρουσιάζεται ως «κρίση» και «απειλή», απαιτεί και την χρήση του νέου αυτού εργαλείου διαχείρισης κινδύνου. Οι όψεις που θα αναδείξουμε σχετίζονται αφενός με την ανθεκτικότητα ως εργαλείο εμπέδωσης της ασφάλειας του παγκόσμιου Βορρά μελετώντας τη χρήση της από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ για την αποτροπή της μετακίνησης πληθυσμών και αφετέρου την αντιμετώπιση των μεταναστών και των προσφύγων ως παράγοντα ανάπτυξης, ευνοώντας, στην πραγματικότητα, την εργασιακή τους εκμετάλλευση. Μέσα από αυτά τα παραδείγματα και τη διατύπωση υποθέσεων εργασίας για περαιτέρω μελέτη, στόχος μας είναι να δείξουμε πως μέσα από τη σκόπιμη «δημιουργική ασάφεια» του ορισμού της ανθεκτικότητας, αξιοποιείται ως υποκατάστατο του ανύπαρκτου στο σύγχρονο καπιταλισμό θετικού προτάγματος, για την περαιτέρω εμπέδωση του δόγματος «δεν υπάρχει εναλλακτική».

Ποιά είναι η σχέση μεταξύ μίας τράπεζας και της τροφικής αλυσίδας;

«Γιατί κανείς δεν το κατάλαβε; Εάν αυτά τα γεγονότα ήταν τόσο έντονα, πώς ξέφυγαν από όλους;» (Pierce, 2008). Αυτή ήταν η γνωστή πλέον απορία της βασίλισσας της Αγγλίας με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης του 2008, που της στοίχισε περί τα 25 εκατομμύρια λίρες. Αν και η απάντηση εύκολα δίνεται, εάν κανείς διαβάσει το Κεφάλαιο του Μαρξ, η βασίλισσα έπρεπε να περιμένει τέσσερα χρόνια, την επίσκεψή της στην Τράπεζα της Αγγλίας, όπου ο οικονομολόγος Σουτζίτ Καπάντια της είπε: «Οι οικονομικές κρίσεις μοιάζουν με τους σεισμούς και τις πανδημίες γρίπης, ως προς το ότι είναι δύσκολο να τις προβλέψουμε» (Neate, 2012).

Είναι, όμως, οι οικονομικές κρίσεις όντως σαν τους σεισμούς και τις επιδημίες; Ποια είναι η σύνδεση μεταξύ των οικονομικών κρίσεων και των φυσικών φαινομένων; Οι αστοί οικονομολόγοι και οι τραπεζίτες εκφράζουν μια βαθιά αγάπη για τις μεταφορές που προέρχονται από το φυσικό κόσμο, και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Το 2006, πριν ακόμη και από την ερώτηση της Ελισάβετ, η Εθνική Ακαδημία και η Εθνική Επιτροπή Ερευνών των ΗΠΑ συνεργάστηκαν με την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα της Νέας Υόρκης σε μια πρωτοβουλία με στόχο την «προώθηση νέων προσεγγίσεων για τους συστημικούς κινδύνους». Η ανάλυσή τους είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα:

Μία σειρά από έννοιες έχουν αποδειχτεί βοηθητικές στην κατανόηση των πολύπλοκων συστημάτων στην οικολογία, και οι οποίες θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και στα οικονομικά συστήματα. Ένα χρήσιμο εννοιολογικό μοντέλο οικοσυστήματος είναι το “τροφικό πλέγμα”, που αναπαριστά το πώς τα διαφορετικά είδη αλληλοσυνδέονται και το οποίο μπορούμε να το σκεφτούμε πιο απλά ως ένα σύνολο σχέσεων θηρευτή-θηράματος.Kambhu et. al. (2007:30)

Ποια είναι όμως η σχέση μεταξύ μίας τράπεζας και της τροφικής αλυσίδας; Αυτό που συνδέει τις οικονομικές κρίσεις με τις φυσικές καταστροφές και τις πανδημίες είναι η ανάγκη για τη δημιουργία ενός νέου εργαλείου διαχείρισης των κρίσεων, ενός εργαλείου που θα μπορούσε να προωθήσει μία ολιστική προσέγγιση, φυσικά χωρίς να αμφισβητεί την αναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά αντίθετα ως εγγύηση της διαιώνισης της κυριαρχίας του. Ένα από τα πιο αποτελεσματικά και αξιόπιστα εργαλεία αποδείχτηκε η έννοια της ανθεκτικότητας, αρκετά αφηρημένη και αρκετά εύπλαστη, ώστε να μπορεί να συμπεριλάβει κόσμους τόσο διαφορετικούς, εκ πρώτης όψεως, μεταξύ τους, όπως η οικολογία, η οικονομία, η άμυνα, οι αστικές υποδομές, η μετανάστευση, η ψυχολογία και η πληροφορική.

Έτσι, δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση που η ανθεκτικότητα μετατρέπεται, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, στο ζητούμενο των κύριων σχεδίων που προέρχονται από τον ΟΗΕ, την Παγκόσμια Τράπεζα, τον ΟΟΣΑ, το ΝΑΤΟ, την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και από διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα διεθνών ομίλων αλλά και ΜΚΟ. Ήδη από τις αρχές της πρώτης δεκαετίας του αιώνα μας, ο ΟΗΕ συντάσσει με εξαιρετική ταχύτητα και σε εξαιρετικά μεγάλο αριθμό, αναφορές γύρω από την ανθεκτικότητα. Αντίστοιχες αναφορές συντάσσονται και από άλλους διεθνείς οργανισμούς, όπως ο ΟΟΣΑ, η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ.11Ενδεικτικά: United Nations International Strategy for Disaster Reduction (UNISDR). Living With Risk: A global review of disaster reduction initiatives. 2004 version volume I. New York, Geneva: United Nations, 2004 | UNISDR Global Assessment Report on Disaster Risk Reduction: Risk and poverty in a changing climate. Invest today for a safer tomorrow. New York, Geneva: United Nations, 2009 | UN Development Programme, UN Environment Programme, World Bank, World Resources Institute. Roots of Resilience: Growing the Wealth of the Poor. Ownership, Capacity, Connection. World Resources Report. Washington D.C., 2008. | Organisation for Economic Co-operation and Development (OECD). Concepts and Dilemmas of State Building in Fragile Situations. Off print of the Journal on Development, 9:3, 2008 | Global Sustainability Panel (United Nations Secretary-General’s High-level Panel on Global Sustainability). Resilient People, Resilient Planet: A future worth choosing. New York: United Nations, 2012 | World Bank. World Development Report. Risk and Opportunity: Managing Risks for Development. Washington, DC: World Bank, 2013 | 100 Resilient Cities The Rockefeller Foundation. City Resilience and the City Resilience Framework. January 2015. | 100 Resilient Cities The Rockefeller Foundation. Resilient Cities, Resilient Lives: Learning from the 100RC Network. July 2019.

Το 2013, το Ίδρυμα Ροκφέλερ ανακοίνωσε το νέο του πρόγραμμα «100 Ανθεκτικές Πόλεις» (100 Resilient Cities 100RC), που παρουσίασε ως την πιο αποτελεσματική απάντηση για τα πολύπλοκα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πόλεις. Το πρόγραμμα στοχεύει στο να βοηθήσει τις πόλεις σε όλο τον πλανήτη να γίνουν πιο ανθεκτικές σε φυσικές, κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις, προσφέροντάς τους οικονομική και υλικοτεχνική καθοδήγηση και υποστήριξη. Μία από τις πιο πρόσφατες εξελίξεις του προγράμματος είναι η έκθεση «Παγκόσμια Μετανάστευση: Οι ανθεκτικές πόλεις στην πρωτοπορία» (100RC, 2016), που συντάχθηκε από οκτώ πόλεις μέλη του προγράμματος, μεταξύ των οποίων η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.

Τον Απρίλιο του 2019, ο ανώτατος διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων του ΝΑΤΟ και ο δήμαρχος του Νόρφολκ στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ, συνδιοργάνωσαν το Συνέδριο Ανθεκτικότητας, με στόχο «την αύξηση της κατανόησης της σύμπραξης πολιτών και στρατού για την προετοιμασία απέναντι στις υβριδικές τρομοκρατικές επιθέσεις».22NATO, Resilience Conference 2019. Co-hosted by NATO Allied Command Transformation and the city of Norfolk, Virginia, April 9-10, 2019 (https://www.act.nato.int/resilience)

Έτσι, η ανθεκτικότητα εμφανίζεται ως η έννοια που μπορεί να συνδέσει πολύ ομαλά το ΝΑΤΟ, τις πόλεις, τις τράπεζες, τις οικονομικές κρίσεις, την κλιματική αλλαγή, τους φτωχούς, τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Όλα τα παραπάνω αποτελούν τις «απειλές» ―ή όπως πολύ κομψά τις ονομάζουν, τις «προκλήσεις»― με τις οποίες τα άτομα, οι πόλεις και οι κοινωνίες πρέπει να μάθουν να τα βγάζουν πέρα, αναπτύσσοντας την ανθεκτικότητά τους. Όλα αντιμετωπίζονται ως κίνδυνοι που μας απειλούν με τον ίδιο τρόπο, εξισώνοντας φυσικά και κοινωνικά φαινόμενα, πολιτικές και οικονομικές κρίσεις, ουδετεροποιώντας κοινωνικά προβλήματα, σχέσεις εξουσίας και τα αποτελέσματα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών.

Τι είναι όμως η ανθεκτικότητα;

Εάν δε μας βοηθήσεις να σε βοηθήσουμε, θα αναγκαστούμε να υπακούσουμε στους νόμους της φύσης. Είναι η επιβίωση του ικανότερου, Μαξ! Και το όπλο το έχουμε εμείς!Από την ταινία «π» του Ντ. Αρονόφσκι

Η θεωρητική εξέλιξη του όρου στο σύγχρονο διάλογο εκκινεί στενά συνδεδεμένη με την πετρελαϊκή κρίση του 1973, από την επιστήμη της οικολογίας, αναζητώντας να εδραιώσει ένα πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων ικανό να διατηρεί την παραγωγικότητα ακόμη και υπό συνθήκες ακραίας αστάθειας. Η ανθεκτικότητα, αρχικά ιδιότητα των οικολογικών συστημάτων, ορίζεται όχι ως ένα μέσο πρόβλεψης και πρόνοιας, αλλά ως «μία ποιοτική ικανότητα ανάπτυξης συστημάτων που να μπορούν να απορροφήσουν και να προσαρμοστούν σε μελλοντικά γεγονότα, ανεξάρτητα από την απρόσμενη μορφή με την οποία αυτά θα εμφανιστούν» (Holling, 1973:21).

Ο βιολόγος Χόλινγκ, ο εισηγητής της ανθεκτικότητας με τη σύγχρονη νοηματοδότησή της, πολύ γρήγορα «διαστέλλει» την έννοια, μετατρέποντάς της από ιδιότητα των φυσικών συστημάτων στην επιθυμητή ποιότητα όλων των συστημάτων, φυσικών και κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών ―που ονομάζει κοινωνικο-οικολογικά συστήματα―, μέσα από την έννοια της παναρχίας, που ορίζει ως:

τη δομή στην οποία τα διάφορα συστήματα ―συμπεριλαμβανομένων των φυσικών (π.χ. τα δάση) και των ανθρώπινων συστημάτων (π.χ. ο καπιταλισμός), καθώς και συνδυαστικά ανθρωπο-φυσικά συστήματα […]― συνδέονται μεταξύ τους σε συνεχείς προσαρμοστικούς κύκλους ανάπτυξης, συσσώρευσης, αναδιάρθρωσης και ανανέωσης.Gunderson & Holling (2002)

Η χρήση του καπιταλισμού ως παράδειγμα κοινωνικού συστήματος είναι κάθε άλλο παρά τυχαία. Ο Χόλινγκ, βασιζόμενος στη θεωρία των πολύπλοκων προσαρμοστικών συστημάτων33Συστήματα μακριά από καταστάσεις ισορροπίας, με προσαρμοστικές ικανότητες. Τα πολύπλοκα συστήματα είναι πολύπλοκες δομές με πολλά μέρη που αλληλεπιδρούν, τα οποία δρουν και αναπτύσσονται μη γραμμικά και ως αυτο-οργανωμένες οντότητες. Τα πολύπλοκα προσαρμοστικά συστήματα αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία των πολύπλοκων συστημάτων. Πρόκειται για τα συστήματα εκείνα που παρουσιάζουν ικανότητες μάθησης και προσαρμογής στο περιβάλλον τους. και στην εγγενή τους κρισιακή τάση, συνδέει τα φυσικά συστήματα με τη διαδικασία κεφαλαιακής συσσώρευσης και τις κρίσεις που αυτή επιφέρει. Εξάλλου, ο ίδιος αναφέρει την έντονη επιρροή του από τη θεωρία της δημιουργικής καταστροφής του οικονομολόγου Σουμπέτερ. Έτσι, η ανθεκτικότητα, από περιγραφική έννοια στο πεδίο της οικολογίας, μετατρέπεται σε κανονιστική έννοια για τις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες.

Τα παραπάνω, ωστόσο, δεν πρέπει να ιδωθούν ως οι ανεξάρτητες σκέψεις ενός βιολόγου. Ακόμη κι αν ο Χόλινγκ δεν είναι ο πρώτος που αναφέρει τον όρο της ανθεκτικότητας, ωστόσο καταφέρνει να συμπυκνώσει σε αυτόν τις ευρύτερες σύγχρονές του εξελίξεις στις κοινωνικές και φυσικές επιστήμες. Η θεωρία του Χόλινγκ ανήκει στην πιο συντηρητική προσέγγιση της εποχής του, στενά συνδεδεμένη με την άνοδο και επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού ως κυρίαρχου οικονομικού και πολιτικού δόγματος, στις θεωρητικές επεξεργασίες του οποίου αποτελεί το βιολογικό αντίστοιχο.

Πρώτον, η χρήση μεταφορών από τη βιολογία και η ανάγνωση της κοινωνίας με βιολογικούς όρους τον εντάσσουν στο ευρύτερο φιλοσοφικό και κοινωνιολογικό ρεύμα του βιολογισμού, που υποστηρίζει ότι τα κοινωνικά φαινόμενα εξηγούνται από και συνδέονται με τους βιολογικούς προσδιορισμούς του ανθρώπου. Υπό αυτό το πρίσμα, η όλη συλλογιστική της ανθεκτικότητας αποτελεί τμήμα και συνέχεια του ευρύτερου διαλόγου φονξιοναλιστικής αφετηρίας ο οποίος αναπτύσσεται στη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και 1970 γύρω από την έννοια της προσαρμογής, που αναλύει την κοινωνία μόνο μέσα από τη χρηστική της αξία, ως μέσο επιβίωσης. Αυτό που πρότεινε ο παραπάνω διάλογος ήταν μία προσέγγιση που να εστιάζει περισσότερο στο πώς οι κοινωνίες αντιδρούν (ως συστήματα) στις πιέσεις, παρά στις πραγματικές αιτίες των πιέσεων και, επηρρεασμένος από τη δαρβινική λογική της φυσικής επιλογής, επικεντρωνόταν στην αποτελεσματικότητα της προσαρμογής. Η ίδια όμως η χρήση της θεωρίας πολύπλοκων συστημάτων, της κυβερνητικής και της θεωρίας της πολυπλοκότητας εν γένει είναι ιδεολογική, δεδομένου ότι αναπαράγει μία συγκεκριμένη ιεραρχική δομή ―την οποία και δεν αμφισβητεί― και προάγει την έννοια του περιορισμού και της αυτοπειθαρχίας παρά της επιλογής σε περιπτώσεις κινδύνου.

Τα παραπάνω οδήγησαν σε έναν αναγωγισμό, που αντιλαμβάνεται άκριτα την κοινωνία ως ένα ξεχωριστό πολύπλοκο σύστημα, με τους δικούς του αυτο-οργανωτικούς και αυτο-ποιητικούς μηχανισμούς, ενώ αποδέχεται πως όλες οι κοινωνικές διαδικασίες μπορούν να εξηγηθούν με μαθηματικούς όρους, αγνοώντας σχέσεις εξουσίας, αντιπαραθέσεις κ.λπ. Τελικά, η παραπάνω προσέγγιση βλέπει τον κόσμο σαν μία σκακιέρα, όπου τα πιόνια (άτομα, πληθυσμοί, κοινωνίες) απλά επιδρούν μεταξύ τους, με μόνο στόχο το να παραμείνουν στο παιχνίδι. Αυτό που λείπει είναι η πολύπλοκη κοινωνική παραγωγή της υλικής ζωής και το γεγονός, όπως σημειώνει και ο Μαρξ, ότι «από την καθορισμένη μορφή της υλικής παραγωγής προκύπτει πρώτα μιά καθορισμένη διάρθρωση της κοινωνίας, δεύτερο μιά καθορισμένη σχέση των ανθρώπων προς τη φύση» (Marx, 1981:306).

Δεύτερον, ο Χόλινγκ ξεκινά τη θεωρητική του αναζήτηση για την ανθεκτικότητα βασιζόμενος στην αντίδρασή του στα περιβαλλοντικά κινήματα της δεκαετίας του 1970. Έτσι, δεν αναζητά τη ρίζα του προβλήματος στην καπιταλιστική μεγέθυνση και στα αποτελέσματά της στη φύση, αλλά αντίθετα προτείνει την προσαρμογή της φύσης στις ανάγκες της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η καταλληλότερη οικολογία, σύμφωνα με τη θεωρία του, είναι αυτή που μπορεί να λειτουργήσει κάτω από πίεση. Παρόμοια διαδρομή ακολουθεί ο οικονομολόγος και φιλόσοφος Φρίντριχ Χάγιεκ, στην ύστερη θεωρία του για την αυθόρμητη τάξη και την κοινωνική εξέλιξη.44Για μια πιο αναλυτική σύγκριση μεταξύ Χόλινγκ και Χάγιεκ βλ. Walker & Cooper (2011). Επίσης, βασιζόμενος στα πολύπλοκα προσαρμοστικά συστήματα, επιχειρεί να αναπτύξει μία επιστημολογία περιορισμένης γνώσης και αβέβαιου μέλλοντος,55«(…) Οι κοινωνικές επιστήμες, όπως η βιολογία αλλά όχι όπως μεγάλο τμήμα των κλασικών φυσικών επιστημών, έχουν να αντιμετωπίσουν δομές με ουσιαστική πολυπλοκότητα (…). Ο ανταγωνισμός, για παράδειγμα, είναι μία διαδικασία που μπορεί να φέρει αποτελέσματα μόνο εφόσον εξελιχθεί ανάμεσα σε έναν αρκετά μεγάλο αριθμό ενεργών ατόμων». (von Hayek, 1974). υποστηρίζοντας ότι οι ταραχές δεν είναι μόνο αναπόφευκτες, αλλά και αναγκαίες για τη δημιουργικότητα των συστημάτων.66Έχει ενδιαφέρον να συγκρίνουμε τις παρακάτω θέσεις του Χόλινγκ και του Χάγιεκ αντίστοιχα: «Αυτό που προκύπτει από τα παραπάνω δεν είναι η απόδειξη επαρκούς γνώσης, αλλά αντίθετα η αναγνώριση της άγνοιάς μας. Όχι το συμπέρασμα ότι τα μελλοντικά γεγονότα είναι αναμενόμενα, αλλά το ότι θα είναι μη αναμενόμενα» (Holling,1973:21). «Ομολογώ ότι προτιμώ την πραγματική αλλά ατελή γνώση, ακόμη και αν αφήνει πολλά πράγματα απροσδιόριστα και απρόβλεπτα» (von Hayek, 1974). Σύμφωνα με τον Χάγιεκ, η απόδειξη βρίσκεται στην ανθεκτικότητα και επέκταση της αυτο-οργανωτικής δυναμικής της ελεύθερης αγοράς. Όπως συχνά υποστηρίζεται, «οι αγορές έχουν αποδειχθεί ότι είναι οι πιο ανθεκτικοί θεσμοί, εφόσον είναι ικανές να ανακάμψουν γρήγορα και να λειτουργούν εν τη απουσία κυβερνήσεων» (Pingali et.al., 2005:S18).

Τελικά, η ύστερη φιλοσοφία του Χάγιεκ ευθυγραμμίζεται με τα χαρακτηριστικά που υιοθετεί ο καπιταλισμός μετά τη νεοφιλελεύθερη στροφή και αναδύεται, ιδιαίτερα μετά και την κρίση του 2008, ως η νέα μέθοδος διαχείρισης του κινδύνου, αυτό που ονομάζουμε προσαρμοστική διαχείριση του κινδύνου. Στην ουσία, μέσω της έννοιας της ανθεκτικότητας δεν απαιτεί τη σταδιακή προσαρμογή, αλλά τη μόνιμη προσαρμοστικότητα στο πλαίσιο ακραίων αναταραχών.

Με βάση και τα παραπάνω, η έννοια της ανθεκτικότητας εμπεριέχει δύο άλλες έννοιες: την προσαρμογή και την ασφάλεια. Η ανθεκτικότητα συνδέεται δομικά και διαλεκτικά με τις απειλές απέναντι στις οποίες καλείται να προστατεύσει. Χωρίς την καταστροφή ή τουλάχιστον την απειλή της, η ανθεκτικότητα δεν έχει λόγο ύπαρξης. Επομένως, για να μπορέσει η ανθεκτικότητα να διατηρηθεί, θα πρέπει η καταστροφή ή η απειλή της να είναι μόνιμη. Κεφαλαιοποιώντας πάνω στην καταστροφή και δημιουργώντας την αίσθηση μίας μόνιμης κατάστασης πολιορκίας, η συνεχής εμφάνιση μη αποτρέψιμων κρίσεων εμφανίζεται ως κύριο επιχείρημα.

Όμως, ο ίδιος ο χαρακτήρας της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι αυτός που δημιουργεί μόνιμες αναταραχές, ρήξεις και αναδιοργανώσεις, που με τη σειρά τους παράγουν κοινωνικές ανισότητες και αποκλεισμούς. Η ανθεκτικότητα παρουσιάζει αυτές τις δομικές κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος ως φυσικά φαινόμενα, απέναντι στα οποία οφείλουμε, ως άτομα αλλά και ως κοινωνίες, να συμμορφωθούμε και να προσαρμοστούμε.

Τελικά, το σχήμα ανθεκτικότητας-ασφάλειας που προάγεται είναι στην ουσία το μέσο μιας ταξικής πολιτικής που επιτρέπει στην αστική τάξη να διατηρήσει την κυριαρχία της, αλλά και τα κέρδη της, σε περιόδους κρίσης, μέσα από τη συνεχή ενίσχυση του κοινωνικού ελέγχου, σταθεροποιώντας την εξουσία μίας κυρίαρχης ομάδας και παρατείνοντας τις συνθήκες υποδούλωσης των κυριαρχούμενων.

Η ανθεκτικότητα στην πράξη

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η πρακτική χρήση του όρου περιορίζεται, τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα, στο επίπεδο του στρατού. Αρχικά ο όρος καταγράφεται σε εγχειρίδια του αμερικανικού στρατού που καταρτίζονται από τα διάφορα think-tanks του, όπως η RAND.77Βλ. Taw & Hoffman (1991)· Norton (2003). Η ανθεκτικότητα είναι το εργαλείο εκείνο που μπορεί να επιτρέψει την καταστολή πιθανών εξεγέρσεων στις μεγαλουπόλεις του παγκόσμιου Νότου που εμφανίζουν τεράστιες κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες. Στη συνέχεια, περνάει στο εσωτερικό των ΗΠΑ μέσω της πολιτικής της ανάπτυξης των κρίσιμων υποδομών,88Κρίσιμες θεωρούνται οι υποδομές που οφείλουν να έχουν μια συνεχή και αδιάλειπτη λειτουργία, για να εγγυώνται τη συνεχή και αδιάλειπτη λειτουργία του κράτους. ως κομμάτι της εθνικής ασφάλειας (Homeland Security) την περίοδο της προεδρίας Κλίντον.99Πρόκειται για την πρώτη φορά που η απειλή απέναντι στην οποία οφείλει το κράτος, οι πολίτες κ.λπ. να γίνουν ανθεκτικοί δεν περιορίζεται στο πεδίο της τρομοκρατίας, των στρατιωτικών επιθέσεων ή των κοινωνικών εξεγέρσεων, αλλά εκτείνεται και στο επίπεδο της πολιτικής προστασίας. Βλ. και US Department of Homeland Security (DHS), ειδική θεματική «Ανθεκτικότητα» (https://www.dhs.gov/topic/resilience) Από τότε κι έπειτα, η σημασία του όρου στις στρατηγικές εθνικής ασφάλειας ολοένα και εμπεδώνεται, με αποκορύφωμα την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, που θα αποτελέσει ορόσημο για την εισαγωγή του όρου (και εν γένει στρατιωτικών όρων και πρακτικών) με θεσμικό τρόπο, σε όλα τα πεδία δράσης, για την αντιμετώπιση των κρίσεων. Ουσιαστικά τότε οριοθετείται η απαρχή της «κουλτούρας» της ανθεκτικότητας. Θα εφαρμοστεί κατά κόρον μετά τις καταστροφές του τυφώνα Κατρίνα στη Νέα Ορλεάνη το 2005 και θα εδραιωθεί ως η απόλυτη στρατηγική μετά και το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης του 2008.

Επομένως, τρεις είναι οι πυλώνες πάνω στους οποίους εδράζεται και αναπτύσσεται η ρητορική της ανθεκτικότητας: η θωράκιση απέναντι στην «τρομοκρατία» (που συνδέεται στενά και με την ισλαμοφοβία), απέναντι στις φυσικές καταστροφές (σε στενή σχέση με τις υποδομές, την πολεοδομία και τον αστικό σχεδιασμό, αλλά και με τις λεγόμενες προσφυγικές ροές)1010«Είναι σαφές ότι στις ερχόμενες δεκαετίες οι φτωχοί αγροτικοί πληθυσμοί θα δοκιμαστούν, επηρεασμένοι από την κλιματική αλλαγή. Δεν υπάρχει καμία πόλη στον αναπτυσσόμενο κόσμο αρκετά μεγάλη ή αρκετά εύπορη ώστε να μπορέσει να απορροφήσει τη μετανάστευση των φτωχών που δεν έχουν καμία ασφάλεια απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους και δεν μπορούν να βρουν κανένα μέσο προσαρμογής. Η πολιτική και κοινωνική αστάθεια που είναι εγγενής σε τέτοιες ενδεχόμενες μαζικές μετακινήσεις πληθυσμού θα πρέπει να ανησυχήσει έντονα τη διεθνή κοινότητα (…). Οι επιπτώσεις του να μη δράσουμε τώρα μπορούν κάλλιστα να δοκιμάσουν τα όρια της συμπόνοιας» (UNDP, 2008:ix) και, τέλος, απέναντι στις οικονομικές κρίσεις (που σχετίζονται με την αναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος και άρα με προγράμματα δημοσιονομικών προσαρμογών και την περίοδο εμβάθυνσης του νεοφιλελεύθερου οικονομικού μοντέλου). Κάτω από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να κατανοήσουμε το πώς η ανθεκτικότητα ορίζεται στο πλαίσιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Και να θυμηθούμε τη επιχείρημα του Χίλαρι Μπεν, πρώην υπουργού Διεθνούς Ανάπτυξης του Ηνωμένου Βασιλείου, ότι «η ανάπτυξη χωρίς ασφάλεια δεν είναι εφικτή. Η ασφάλεια χωρίς την ανάπτυξη είναι μόνο προσωρινή» (Benn, 2004).

Ανθεκτικά υποκείμενα

Η νέα προσέγγιση της ανάπτυξης τοποθετεί το άτομο στο επίκεντρο και μετράται, όπως εξηγεί ο Ντέιβιντ Τσάντλερ, με όρους ατομικών ικανοτήτων (Chandler, 2012). Έτσι, τα υποκείμενα καλούνται να γίνουν ανθεκτικά. Τα ανθεκτικά υποκείμενα, πιστά στο νεοφιλελεύθερο αίτημα περί ατομικής ευθύνης και υπευθυνότητας, οφείλουν να φροντίζουν για την ασφάλειά τους απέναντι σε κάθε είδους καταστροφή και να αποδείξουν τις ικανότητές τους βελτιώνοντας την ατομική και συλλογική τους αυτοδυναμία. Το ίδιο, γνωστό επιχείρημα της Θάτσερ στην ιστορική της φράση: «Ποιος είναι η κοινωνία; Δεν υπάρχει κοινωνία! Υπάρχουν μόνο μεμονωμένοι άνδρες και γυναίκες και υπάρχουν και οικογένειες» (Thatcher, 1987). Πρόκειται, εντέλει, για μία «οικοσυστημική» προσέγγιση, που μειώνει τον ουσιαστικό κοινωνικό χαρακτήρα της ανθρώπινης ζωής σε μεμονωμένα άτομα ή οργανισμούς, των οποίων, όπως παρατηρεί ο γεωγράφος Μάικλ Γουάτς, «η θέση είναι περίπου η ίδια με αυτή ενός σαρκοφάγου στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας» (Watts, 1983:234).

Το ανθεκτικό υποκείμενο, στερημένο από κάθε δυνατότητα να φανταστεί εναλλακτικές, καλείται να αποδεχτεί και να προσαρμοστεί στην καταστροφικότητα της πραγματικότητάς του, ώστε να μπορέσει να υπάρξει. Η ανθεκτικότητα ουσιαστικά αναπαράγει την ρητορική του «δεν υπάρχει εναλλακτική», δημιουργώντας υποκείμενα που βρίσκονται σε μία μη διαλεκτική σχέση με το περιβάλλον τους, το οποίο ούτε μπορούν να επιλέξουν αλλά ούτε και να αλλάξουν. Συνεπώς, η ανθεκτικότητα φέρει τα σπέρματα του κοινωνικού δαρβινισμού, του ίδιου νεοδαρβινισμού που διέπει και τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, σύμφωνα με τον οποίο μόνο οι πιο ικανοί, οι πιο προσαρμοστικοί μπορούν να τα καταφέρουν.

Η περίπτωση της Νέας Ορλεάνης και των καταστροφών του τυφώνα Κατρίνα είναι χαρακτηριστική. Το πρόγραμμα του Ιδρύματος Ροκφέλερ που προαναφέραμε γεννήθηκε από τον τυφώνα Κατρίνα, έχοντας ως μοντέλο μία κατεστραμμένη Νέα Ορλεάνη. Παρ’ όλο που το πρόγραμμα παρουσιάζεται να έχει ως επίκεντρο τους ίδιους τους κατοίκους και τις κοινότητές τους, η λειτουργία του και τα αποτελέσματά του είναι περισσότερο πολιτικά και εστιασμένα στην οικονομία, εμφανίζοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον για νέους τρόπους παραγωγής κεφαλαίου. Παρ’ όλη την εκ βάθρων αναδιοργάνωσή της μέσω των πολιτικών ανθεκτικότητας, η «νέα» Νέα Ορλεάνη παραμένει η δεύτερη πόλη των ΗΠΑ με τα μεγαλύτερα ποσοστά κοινωνικών ανισοτήτων, δεδομένου ότι ο πλούτος που προήλθε από τα αναπτυξιακά της σχέδια αναδιανεμήθηκε προς τα πάνω.

Τα «ανθεκτικά» αναπτυξιακά σχέδια της πόλης δημιούργησαν πραγματικά εμπόδια στην επιστροφή των κατοίκων των χαμηλότερων στρωμάτων και ειδικά της μαύρης κοινότητας. Όσοι εξ αυτών κατάφεραν να επιστρέψουν, υποβιβάστηκαν σε διάφορες υποκατηγορίες της ανθρώπινης ύπαρξης, ενώ η ατζέντα ανθεκτικότητας του Δήμου Νέας Ορλεάνης τούς εξηγούσε ότι οι θυσίες τους ήταν δείγμα προσαρμοστικότητας και «καλής διαγωγής». Και αυτή η ανθεκτικότητα είναι στην ουσία η προσαρμοστικότητά τους σε μία χυδαία και δομική συνεχή βία. Τα λόγια της Τρέισι Ουάσινγκτον, προέδρου του Ινστιτούτου Δικαιοσύνης της Λουιζιάνα, είναι χαρακτηριστικά της απάντησης της μαύρης κοινότητας στις πολιτικές ανθεκτικότητας:

Δεν θα ζήσω ωθούμενη να είμαι ανθεκτική. Δεν θέλω να ξανακούσω αυτή τη λέξη. Έχω βαρεθεί όλους αυτούς που λένε “εσείς είστε τόσο ανθεκτικοί…”. Ανθεκτικότητα σημαίνει ότι μπορείτε να μου επιβάλλετε ό,τι θέλετε. Όχι! Δεν είμαι ανθεκτική. Έχω το δικαίωμα να μην είμαι ανθεκτική. Πώς το καταφέρνουμε αυτό; Συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε. Συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε. Και απαιτούμε να ακουστεί η φωνή μας. Το απαιτούμε.Tracie Washington (2015)

Η τραγωδία της Κατρίνα απαντήθηκε με την ανάδειξη της ανθεκτικότητας ως το κεντρικό πρόταγμα της όποιας ανάπτυξης. Και τελικά προώθησε μία κουλτούρα επιβιωτισμού όπου η προετοιμασία για τις επικείμενες καταστροφές ―οποιουδήποτε χαρακτήρα― αποτελεί αποκλειστικά ατομική ευθύνη. Όπως εξηγεί ο Σέντρικ Τζόνσον: «Αυτή η υποχώρηση από την κοινωνία και η δημιουργία ατομικών ζωνών ασφάλειας και προστασίας για όσους έχουν τη δυνατότητα να τις αγοράσουν συγκροτούν τη λογική του άνευ ορίων νεοφιλελευθερισμού» (Johnson, 2011:xii).

Ανθεκτικότητα και μετανάστευση

Η ανθεκτική ΕΕ μεταξύ στρατιωτικής αποτροπής και ιεραρχικής συμπερίληψης των μετακινούμενων πληθυσμών

Για να αντιληφθούμε την κατά το δοκούν χρήση της ανθεκτικότητας με κεντρικούς άξονες την καπιταλιστική ανάπτυξη και την ασφάλεια είναι ενδεικτική η περίπτωση των ευρωπαϊκών πολιτικών για την μετανάστευση. Η κριτική μας ανάγνωση εκκινεί από τη συνολική αντίθεση στην ΕΕ ως ένα ιμπεριαλιστικό και νεο-αποικιοκρατικό σχέδιο. Οι στρατηγικές για τη μετανάστευση αποτελούν κεντρική στόχευση της διακήρυξης για μια «ανθεκτική ΕΕ» με πυλώνες την αποτροπή της παράτυπης μετανάστευσης, την αυστηρή φύλαξη των συνόρων, την κοινή πολιτική ασύλου και την εκπόνηση σχεδίων ελεγχόμενης εισόδου που θα φιλτράρεται με βάση τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και τα προσόντα όποιου/ας θέλει να προσεγγίσει την Ευρώπη (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2015). Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε το συνδυασμό της πάση θυσία αποτροπής της μετακίνησης ανθρώπων προς την Ευρώπη με την εκπόνηση σχεδίων μίας υπό προϋποθέσεις ελεγχόμενης εισόδου και ένταξης. Όπως εύστοχα εξηγεί ο Σάντρο Μετσάντρα, προκειμένου να έχουμε τη συνολική εικόνα του συνοριακού καθεστώτος στην Ευρώπη μαζί με την αποτροπή και τον αποκλεισμό, «πρέπει να δούμε και τον τρόπο με τον οποίο αυτό το καθεστώς επέτρεψε τη διαφορική και ιεραρχική συμπερίληψη (differential inclusion) και την εκμετάλλευση των μεταναστών στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας» (Κωνσταντοπούλου-Ζαχαριάδης, 2016).

Η ανθεκτικότητα αξιοποιείται σε αυτή τη σύνθετη καπιταλιστική στρατηγική τόσο στην πλευρά της άμυνας/ασφάλειας όσο και στην εργασιακή εκμετάλλευση των μετακινούμενων πληθυσμών. Σχετικά με την πρώτη πτυχή, φέρνουμε στη συζήτηση τη χρήση του όρου από το ΝΑΤΟ και ιδιαίτερα τη συσχέτισή του με την εμπλοκή του ΝΑΤΟ στις αντι-μεταναστευτικές πολιτικές. Το ΝΑΤΟ, η κατεξοχήν πολεμική μηχανή που ευθύνεται για την ανάμειξη στα εσωτερικά χωρών, τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τους πολέμους που γεννούν την προσφυγιά, αναλαμβάνει την ευθύνη της περιφρούρησης του ευρωπαϊκού συνοριακού καθεστώτος. Η χρήση της έννοιας της ανθεκτικότητας είναι ιδιαιτέρως συχνή και συνδέεται με την ευρύτερη στοχοθεσία του ΝΑΤΟ: «Κάθε κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ οφείλει να είναι ανθεκτικό για να αντιστέκεται και να επανακάμπτει από μεγάλες κρίσεις όπως τις φυσικές καταστροφές, την κατάρρευση των κρατικών υποδομών ή μια ένοπλη επίθεση. Η ανθεκτικότητα είναι η ικανότητα μίας κοινωνίας να αντιστέκεται και να ανακάμπτει εύκολα και γρήγορα από τέτοιες κρίσεις, συνδυάζοντας την πολιτική άμυνα με την στρατιωτική ικανότητα».1111Από την ιστοσελίδα του ΝΑΤΟ για την ανθεκτικότητα: https://www.nato.int/cps/en/natohq/topics_132722.htm

Ιδιαίτερη συζήτηση γίνεται στη Σύνοδο της Βαρσοβίας το 2016, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης μελλοντικών «τρομοκρατικών» επιθέσεων, κοινωνικών αναταραχών και «υβριδικών απειλών». Είναι χαρακτηριστικό ότι μία από τις επτά βασικές επιδιώξεις για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας αποτελεί «η ικανότητα αποτελεσματικής διαχείρισης της μη ελεγχόμενης κίνησης πληθυσμών».1212NATO, Resilience: the first line of defence. Διαθέσιμο στο: https://www.nato.int/docu/review/articles/2019/02/27/resilience-the-first-line-of-defence/index.html Λίγους μήνες πριν τη Σύνοδο και σε σύνδεση με τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, αποσαφηνίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά με την επιχείρηση του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο με στόχο να μειωθεί η εισροή (sic) προσφύγων και μεταναστών στην Ευρώπη από τη Μέση Ανατολή. Ο πρώην επικεφαλής της Συμμαχικής Διοίκησης Μετασχηματισμού του ΝΑΤΟ μάς εξηγεί σχετικά με τις απειλές στα σύνορα και την ανθεκτικότητα:

Ένα τόξο ανασφάλειας εκτείνεται κατά μήκος των συνόρων και της περιφέρειας του ΝΑΤΟ, ορίζοντας τις δύο στρατηγικές μας κατευθύνσεις, την Ανατολή και τον Νότο. […] Τα κράτη-μέλη της Συμμαχίας οφείλουν να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα και την πολιτική τους άμυνα απέναντι στις συνεχείς απόπειρες για αποσταθεροποίηση των κοινωνιών μας, έναντι αυτού που ονομάζουμε “υβριδικές απειλές”Mercier (2018:v)

Για το τμήμα του μεταναστευτικού πληθυσμού που η είσοδός του δεν αποτραπεί, συγκροτείται ένα σύνθετο πλέγμα ένταξης με πυρήνα την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εκμετάλλευσή του. Και σε αυτή την πλευρά, ο όρος της ανθεκτικότητας χρησιμοποιείται εξίσου εκτεταμένα. Για παράδειγμα, έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς τη χρήση του όρου στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Φόρουμ για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη, το οποίο αυτοσυστήνεται ως μία ετήσια «διακρατική συνάντηση εθελοντικού, μη δεσμευτικού και άτυπου διαλόγου, που διερευνά τους τρόπους με τους οποίους η μετανάστευση μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη αναπτυξιακών στόχων».1313Από την ιστοσελίδα του Ιδρύματος Ωνάση, για το ΠΦΜΑ: http://globalsustain.org/el/story/7715 Μάλιστα, η ανθεκτικότητα έχει την τιμητική της και στο πρόσφατο τριάντα τεσσάρων σελίδων Παγκόσμιο Σύμφωνο για την Ασφαλή, Ομαλή και Νόμιμη Μετανάστευση,1414https://refugeesmigrants.un.org/sites/default/files/180711_final_draft_0.pdf αποτέλεσμα των συζητήσεων και διαβουλεύσεων όλων των κρατών μελών του ΟΗΕ. Σε μια πρώτη επιφανειακή ανάγνωση θα βρει κανείς αρκετές ανησυχίες για τα δικαιώματα των μεταναστών/ στριών και, ίσως καλόπιστα, θα μπορούσε να θεωρήσει την ανάγκη για την ανάπτυξη της ανθεκτικότητας, ιδιαίτερα των ευάλωτων ομάδων, σαν προοδευτική και θετική εξέλιξη.

Οι αναφορές στα δικαιώματα είναι όμως το περιτύλιγμα στοχεύσεων που αφενός αποδέχονται όλες τις στρατηγικές αποτροπής και αφετέρου συνδέουν ξεκάθαρα την ανθεκτικότητα με την καπιταλιστική ανάπτυξη και τις ανάγκες τις αγοράς εργασίας. Ενδεικτική είναι η δημόσια διαβούλευση του Παγκόσμιου Φόρουμ για τη Μετανάστευση, στο πλαίσιο στρογγυλής τράπεζας εργασίας με θέμα «Από την ευαλωτότητα στην ανθεκτικότητα: Αναγνωρίζοντας τους μετανάστες ως παράγοντα ανάπτυξης».1515Βλ. τη διαδικτυακή σελίδα στο: https://gfmd.org/md-forum/gfmd-2020-thematic-agenda Παράλληλα, το σύνθημα του Συμφώνου είναι: «Κάνοντας τη μετανάστευση να δουλεύει για όλους». Με αυτό τον τρόπο, αποκρύπτουν την καθοριστική ταξική διάσταση της καπιταλιστικών στρατηγικών για να δουλέψει η μετανάστευση προς όφελος του κεφαλαίου. O Νικολά Ντε Τζένοβα περιγράφει εύστοχα τη συσχέτιση καπιταλιστικής ανάπτυξης με την στοχευμένη έλλειψη νομικής προστασίας της εργασίας των μεταναστών, την οποία αποκαλεί «επιτακτική διαθεσιμότητα της απελάσιμης εργασίας»:

Η εξαιρετικά εκλεπτυσμένη έλλειψη νομικής προστασίας της εργασίας των μεταναστών χωρίς χαρτιά –με την απελασιμότητα να είναι η πρωταρχική υλική μορφή της– εξυπηρετεί ολοφάνερα τη δραστική βελτίωση των προϋποθέσεων για τη συστηματική υποταγή της στο εγγενώς δεσποτικό καθεστώς του χώρου εργασίας.De Genova (2016)

Με άλλα λόγια, ο θεσμικός ρατσισμός και η υπερ-εκμετάλλευση των μεταναστών δεν αποτελούν «παράπλευρη απώλεια» της, κατά τα λοιπά, «αγαθών» προθέσεων σύνδεσης μετανάστευσης, ανθεκτικότητας και ανάπτυξης. Αντίθετα, αποτελούν συγκροτητική διάσταση του καπιταλισμού και της διαφορικής και ιεραρχικής συμπερίληψης ως σύνθετη καπιταλιστική στρατηγική. Άλλωστε, αρκεί μία ματιά στα διεθνή καλέσματα μεταναστευτικών εργατικών και κοινωνικών πρωτοβουλιών ενάντια στην κανονικοποίηση της μοντέρνας σκλαβιάς (APWLD, 2013), στη διοργάνωση αντι-συνόδων τις μέρες του Παγκόσμιου Φόρουμ για τη Μετανάστευση,1616Το 2009 πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα η Γ’ σύνοδος του ΠΦΜΑ υπο την αιγίδα του Ιδρύματος Ωνάση, ενώ με πρωτοβουλία μεταναστευτικών οργανώσεων και φορέων της Αριστεράς πραγματοποιήθηκε αντι-σύνοδος στην ΑΣΟΕΕ. ή σε μεταναστευτικές αντιστάσεις που παραθέτουμε στον επίλογο, για να γίνει αντιληπτό πώς τίθενται ευθέως υπό αμφισβήτηση οι «αγαθές» διακρατικές ευαισθησίες από όσους/ες βιώνουν καθημερινά τι σημαίνει να αντιμετωπίζεσαι ως παράγοντας ανάπτυξης.

Κάνοντας το βίο αβίωτο

Από την αποστέρηση δικαιωμάτων στην κανονικοποίηση της φρίκης
Η σοφία των κροκοδείλων τους κάνει να χύνουν ψεύτικα δάκρυα πριν καταβροχθίσουν.Φράνσις Μπέικον, Essays

Μια συστηματική προσέγγιση της διαχείρισης του μεταναστευτικού-προσφυγικού ζητήματος στην Ελλάδα υπό το πρίσμα της ανθεκτικότητας ξεφεύγει από τους στόχους αυτού του άρθρου. Στόχος είναι να επισημάνουμε κάποιες γενικές τάσεις και έναν τρόπο προσέγγισης που να συνδέεται με όσα προηγήθηκαν και να κατατείνει στις πολιτικές επισημάνσεις που ακολουθούν στο τελευταίο κεφάλαιο εν είδει συμπερασμάτων σε ένα από τα πιο επείγοντα ζητήματα που σφραγίζει την εποχή μας. Ταυτόχρονα, επιχειρούμε να εντοπίσουμε κάποια πεδία και να διατυπώσουμε ανοικτά ερωτήματα προς περαιτέρω διερεύνηση. Οι εξελίξεις στο προσφυγικό παροξύνουν ένα σύνολο αντιφάσεων. Ό,τι προηγήθηκε για τους στόχους της αποτροπής και «διαφοροποιημένης/ιεραρχικής συμπερίληψης» έχει συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο επανεξετάζονται τα θεμελιώδη δικαιώματα, επαναδιατυπώνονται νομικές έννοιες και διαμορφώνεται το νομικό πλαίσιο.

Για την ανθεκτική ΕΕ τα θεμελιώδη δικαιώματα, ακόμη κι αν κατοχυρώνονται στη Σύμβαση του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων ή την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, καθίστανται αναχρονισμός υπό επανεξέταση στο βαθμό που δεν συμβαδίζουν με τους στόχους του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού και νέο-αποικοκρατικού σχεδίου. Υπό αυτή την έννοια, στις διασκέψεις για τη διαχείριση των ευρωπαϊκών συνόρων,1717Βλ. http://www.immigration.gr/2017/01/blog-post_20.html συζητήθηκε ξανά έως και η αρχή της μη επαναπροώθησης (άρθρο 33 της Σύμβασης της Γενεύης) που προστατεύει κάθε άνθρωπο από επιστροφή σε χώρα, όπου κινδυνεύει από ενδεχόμενη δίωξη ή βασανιστήρια ή μεταχείριση απάνθρωπη ή εξευτελιστική. Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να εντάξουμε και εξελίξεις, όπως η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας που συνίσταται στον νομικό επαναπροσδιορισμό της έννοιας της ασφαλούς τρίτης χώρας και την ευθεία αμφισβήτηση του δικαιώματος στο άσυλο.

Ένας άμεσος τρόπος να αντιληφθούμε τις συνέπειες που έχει η προσαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων στους στόχους της ανθεκτικής ΕΕ και ο επαναπροσδιορισμός νομικών εννοιών, όπως της ασφαλούς τρίτης χώρας, είναι να εξετάσουμε την κατάσταση στη Μόρια. Ένα ρεπορτάζ στους Νιου Γιορκ Τάιμς, τον Οκτώβριο του 2018, ρίχνει φως στη φρίκη που επικρατεί, η οποία όσο πάει και χειροτερεύει (Kingsley, 2018). Σε χώρο για 3.000 ζούσαν πέρυσι 9.000 και φέτος ο αριθμός φτάνει στις 12.000. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, χρειάζεται να περιμένεις στην ουρά 12 ώρες για φαΐ που ορισμένες φορές είναι μουχλιασμένο, αντιστοιχεί ένα μπάνιο σε 80 ανθρώπους και 70 περίπου άνθρωποι για κάθε τουαλέτα. Η σεξουαλική παρενόχληση, οι επιθέσεις και οι απόπειρες αυτοκτονίας είναι συχνό φαινόμενο.

Η κυβέρνηση Σύριζα-ΑνΕλ, εφαρμόζοντας τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, ανέλαβε την ευθύνη της αποτροπής της μετανάστευσης ώς τις απώτατες συνέπειές της. Ο τότε υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννης Μουζάλας το εξέφρασε λακωνικά τον Μάρτιο του 2016 και με τρόπο που χαρακτηρίζει τη γενικότερη πολιτική του Σύριζα: «Αυτή τη στιγμή ως Υπουργός καταλαβαίνω την εικόνα πιο σφαιρικά, πιο καθαρά. Καταλαβαίνω ότι πολλά από αυτά τα οποία ζήταγα ως ακτιβιστής στην πράξη δεν μπορούν να εφαρμοστούν» (Μουζάλας, 2016). Όπως στο μνημόνιο και τις γεωπολιτικές συμμαχίες της χώρας, έτσι και στον τομέα των δικαιωμάτων κυριαρχεί ο ρεαλισμός του «δεν υπάρχει εναλλακτική». Στο πλαίσιο που διαμορφώθηκε έρχεται να πατήσει η κυβέρνηση της ΝΔ που στο προσφυγικό-μεταναστευτικό επιδίδεται σε ένα ρεσιτάλ ξενοφοβίας και ρατσισμού με ακροδεξιά ρητορική περί επίθεσης και εισβολής κι εξαγγελίες και πρακτικές για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες βγαλμένες άμεσα από τα εγχειρίδια του ΝΑΤΟ: «Η ανθεκτικότητα είναι μία σημαντική πλευρά της αναχαίτισης μέσω της άρνησης: το να πείθουμε τον αντίπαλο να μην επιτίθεται, πείθοντάς τον ότι η επίθεση δεν θα πετύχει το στόχο της».1818NATO, Resilience: the first line of defence, ό.π.

Σε πολλές περιπτώσεις και με καλές προθέσεις προκύπτει το ερώτημα: Πώς όσα συμβαίνουν στη Μόρια είναι ακόμα δυνατά στον εικοστό πρώτο αιώνα; Για να θυμηθούμε τον Μπένγιαμιν στην 8η θέση για τη φιλοσοφία της ιστορίας, η έκπληξη αυτή δεν βοηθάει ούτε στην κατανόηση του φαινομένου ούτε στην πολιτική του αντιμετώπιση: «Δεν είναι η απαρχή μιας γνώσης, εκτός κι αν πρόκειται για τη γνώση πως η αντίληψη της ιστορίας από την οποία κατάγεται δεν ευσταθεί» (Benjamin, 1983). Επί του πρακτέου, τα κέντρα κράτησης στα νησιά και η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας είναι τομή αλλά και συνέχεια μιας ολόκληρης πολιτικής που προηγήθηκε κατά πολύ του 2015. Είναι συνέχεια ενός σύνθετου συστήματος, το οποίο εκτείνεται σε μεγάλο πλάτος και βάθος εντός της ελληνικής, και όχι μόνο, επικράτειας, αλλά και σε κοινωνικο-οικονομικά δίκτυα συμφερόντων και ιδεολογικές αναπαραστάσεις της ελληνικής κοινωνίας. Ένα σύστημα πολλών επιπέδων στο οποίο έχουμε τη συμμετοχή ευρωπαϊκών και νατοϊκών μηχανισμών χρηματοδότησης και ελέγχου και την εκτεταμένη συμμετοχή του ελληνικού στρατού και άλλων κατασταλτικών μηχανισμών, όπως το Λιμενικό. Σε αυτό το πλαίσιο, η δράση όλων των εμπλεκόμενων φορέων χρήζει περαιτέρω εξέτασης, που ξεφεύγει από τις δυνατότητες του παρόντος άρθρου. Η δράση των ΜΚΟ, παραδείγματος χάριν, πολώνεται μέσα σε αυτές τις εξελίξεις με πλείστα παραδείγματα συνενοχής στο υπάρχον κυρίαρχο πλαίσιο παραβιάσεων θεμελιωδών δικαιωμάτων, αλλά και αντιπαραδείγματα δράσεων που ποινικοποιούνται και διώκονται, όπως σε υποθέσεις έρευνας και διάσωσης ναυαγών.1919Βλ. το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Κωστή Πλεύρη (Πλεύρης, 2019)

Για να κατανοήσουμε, λοιπόν, φαινόμενα τύπου Μόρια, ως παραδειγματικές υποδομές αποτροπής, θα πρέπει να τα εξετάσουμε σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα της συνάρτησης μετανάστευσης-ανθεκτικότητας-καπιταλιστικής ανάπτυξης. Άλλωστε, από τη Μόρια και όλα τα κέντρα κράτησης στα νησιά και την ηπειρωτική Ελλάδα μέχρι τους εργάτες γης της Μανωλάδας και από τον «Ξένιο Δία» μέχρι τα υπόγεια φασονατζίδικα του κέντρου της Αθήνας ή τις εσώκλειστες οικιακές βοηθούς, οι μετανάστες/τριες εργάτες/τριες γνωρίζουν από πρώτο χέρι τους συνδυασμούς αποτροπής και «διαφοροποιημένης ιεραρχικής συμπερίληψης».

Αυτό που έχει σημασία, κατά τη γνώμη μας, να υπογραμμιστεί, υπό το πρίσμα της ανάλυσης που προηγήθηκε για την ανθεκτικότητα, είναι ότι η Μόρια σχεδιάστηκε προσεκτικά και χρηματοδοτήθηκε για να γίνει ακριβώς αυτό που είναι. Μία φρίκη που στόχο έχει την αποτροπή. Σύμφωνα με πηγές του ίδιου άρθρου των Νιου Γιορκ Τάιμς, σε ιδιωτική συνάντηση το φθινόπωρο του 2018 μεταξύ Ελλήνων, αξιωματούχων της ΕΕ και εθελοντών, Βρετανός αξιωματούχος, εκπροσωπώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πρότεινε να κρατηθεί χαμηλά το επίπεδο διαβίωσης στη Μόρια προκειμένου να αποτρέψει τη μελλοντική μετανάστευση προς την Ελλάδα (Kingsley, 2018). Η δήλωση μπορεί να διαψεύστηκε επίσημα, αλλά η πραγματικότητα την επιβεβαιώνει πολλαπλώς. Αντίστοιχα, η Μανωλάδα σχεδιάστηκε και υποστηρίχθηκε για να είναι μια άτυπη ειδική οικονομική ζώνη καταναγκαστικής εργασίας και εργοδοτικής τρομοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο ότι θεωρούνταν πρότυπο καλλιεργητικών πρακτικών και ανάπτυξης, ενώ οι συνθήκες ζωής των εργατών γης ήταν από καιρό γνωστές μέσα από τη δράση συνδικάτων και της ερευνητικής δημοσιογραφίας (Δασκαλοπούλου-Νοδάρος, 2008). Χαρακτηριστικά, ο Γιώργος Παπανδρέου τον Μάρτη του 2011 επαινούσε τη Μανωλάδα σαν παράδειγμα προς μίμηση για την καινοτομία της ελληνικής γεωργίας:

Επίσης, οι φράουλες στην Ηλεία, ο “κόκκινος χρυσός” της Μανωλάδας και της Βάρδας, κρύβουν ανθρώπους πρωτοπόρους και αναπτύχθηκε εκτατικά. Υπήρξαν ειδικές καλλιεργητικές πρακτικές, αλλά οργανώθηκαν συλλογικά και οι παραγωγοί. Επενδύθηκαν μεν χρήματα, αλλά οργανώθηκαν και οι παραγωγοί σε ομάδα.Παπανδρέου (2011)

Τέλος, ενώ η Ελλάδα συμπυκνώνει ευρύτερες τάσεις ως προς τη διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού, η βαθύτερη κατανόηση του τι συμβαίνει συνδέεται τόσο με τις ευρύτερες ευρωπαϊκές εξελίξεις όσο και με εξελίξεις εκτός Ευρώπης. Στο επίπεδο της Ευρώπης, θα ήταν διαφωτιστική μια περαιτέρω μελέτη και συσχέτιση της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας με τις αντίστοιχες συμφωνίες της ΕΕ με χώρες της Αφρικής, όπως π.χ. η Λιβύη (African Civil Society, Joint Statement). Πρώτα υλοποιούνται τα ιμπεριαλιστικά σχέδια που καταλήγουν στη διάλυση χωρών, όπως η Λιβύη, και μετά η «ανθεκτική» ΕΕ χρηματοδοτεί τη σύσταση πάνοπλων αντιμεταναστευτικών ομάδων, κέντρων κράτησης κι ενός ανελέητου ανθρωποκυνηγητού που έχει μετατρέψει τη Μεσόγειο στο μεγαλύτερο τάφο επί της Γης. Εκτός Ευρώπης, η αντιμεταναστευτική και αντι-προσφυγική πρακτική της Αυστραλίας χρήζει ιδιαίτερης μελέτης καθώς φαίνεται να την αντιγράφουν επιμελώς οι ευρωπαϊκές τάσεις. Η εξωτερίκευση των συνόρων, η ιδιωτικοποίηση των κέντρων κράτησης, ο ρόλος των εταιρειών σεκιούριτι είναι κάποιες μόνον από τις όψεις που ξεχωρίζουν στην κατάσταση που επικρατεί στα κέντρα κράτησης στο μικρό νησιωτικό κράτος Ναούρου του Ειρηνικού, όπου η Αυστραλία «φροντίζει» να στέλνονται όσοι και όσες επιχειρούν να φτάσουν στα εδάφη της με σκοπό να αιτηθούν άσυλο. Ως προς τα αποτελέσματα αυτής της πρακτικής, η δημοσίευση 8.000 σελίδων και 2.000 περιστατικών που διέρρευσαν μέσα από τα κολαστήρια του Ναούρου και έφτασαν στην εφημερίδα Γκάρντιαν, τον Αύγουστο του 2016, είναι ενδεικτικά και περιλαμβάνουν περιστατικά αυταρχισμού των εταιρειών σεκιούριτι, παιδικής κακοποίησης, έμφυλης βίας και σεξουαλικών επιθέσεων, απόπειρες αυτοκτονίας και συνθήκες ζωής απάνθρωπες και εξευτελιστικές.2020Βλ. τα σχετικά ρεπορτάζ στην εφημερίδα Γκάρντιαν, διαθέσιμα στο: https://www.theguardian.com/news/series/nauru-files

Αντί επιλόγου

Από την ανθεκτικότητα του «ευρωπαϊκού τρόπου ζωής» στις μεταναστευτικές αντιστάσεις
Ασφαλώς η δήλωση αυτή “μυρίζει” ρατσισμό. Τι θα πει άραγε η έκφραση “ευρωπαϊκός τρόπος ζωής”; Ποιος καθορίζει αυτόν τον “τρόπο ζωής” ως “ευρωπαϊκό”; Ποιος καθορίζει τα περιεχόμενά του; Και αν υπήρχε κάτι τέτοιο, για ποιο λόγο θα χρειαζόταν προστασία; Να προστατευτεί από ποιον ή από ποιους;Μάικλ Χέρτσφελντ (στο Τσακίρογλου, 2019)

Με αυτόν τον εύστοχο τρόπο σχολίασε ο καθηγητής ανθρωπολογίας Μάικλ Χέρτσφελντ, σε πρόσφατη συνέντευξή του, την απόφαση της προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν να αναθέσει χαρτοφυλάκιο για τη μετανάστευση και την ασφάλεια υπό τον τίτλο της «προστασίας του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής». Τις ίδιες μέρες η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωνε τις προθέσεις της να ακολουθήσει το παράδειγμα της Κύπρου και άλλων χωρών και να χορηγεί την ελληνική υπηκοότητα σε πολίτες τρίτων χωρών που αποκτούν στην Ελλάδα ακίνητη περιουσία τουλάχιστον 2 εκατ. ευρώ και καθίστανται μόνιμοι κάτοικοι. Στον «ευρωπαϊκό τρόπο ζωής» είσαι καλοδεχούμενος αν είσαι επενδυτής, π.χ. στον κλάδο της αγοράς ακινήτων (The Press Project, 2019). Αν όχι, τότε, οφείλεις να αναπτύξεις την ανθεκτικότητα σου σε ένα βίο αβίωτο.

Η διαμόρφωση του ανθεκτικού υποκειμένου, όπως προσπαθήσαμε να δείξουμε στο άρθρο αυτό, εξατομικεύει την ευθύνη της επιβίωσης με όρους που αναπαράγουν την κυριαρχία στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο επιβιωτισμού και στο μέγιστο δυνατό επίπεδο εσωτερικών διαιρέσεων των υποτελών τάξεων. Ο διαχωρισμός των «προσφύγων» από τους «μετανάστες», καθώς και των προσφύγων μεταξύ τους, με όρους όπως η «επικινδυνότητα» και η «ευαλωτότητα», ανήκουν σε ένα σύμπλεγμα οικονομικής, στρατιωτικής, αστυνομικής και πληροφοριακής διαχείρισης του μεταναστευτικού/προσφυγικού πληθυσμού. Η ανθεκτικότητα λειτουργεί, για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Ντέιβιντ Χάρβει, ως «ο εννοιολογικός μηχανισμός που κάνει έκκληση με σχεδόν “φυσικό τρόπο” στις αισθήσεις μας, στις αξίες και τις επιθυμίες μας, καθώς και στις δυνατότητες που φαίνονται να ενυπάρχουν στον κοινωνικό μας κόσμο» (Harvey, 2006: 146).

Ξανασκεπτόμενοι λοιπόν την ανθεκτικότητα και την επιβίωση ως τον κεντρικό στόχο του παιχνιδιού της τροφικής αλυσίδας, σημειώνουμε τα λόγια του εξελικτικιστή Σλομπόντκιν: «Σε αυτό το παιχνίδι το να παίζεις με τους κανόνες δεν έχει σχέση με το αν θα κερδίσεις ή θα χάσεις. Επομένως, το να παραμείνεις ζωντανός, με την έννοια του να ακολουθείς τους βιοχημικούς κανόνες που ορίζουν τη ζωή, είναι άσχετο από το αν θα “κερδίσεις” ή θα “χάσεις” το παιχνίδι της εξέλιξης» (Slobodkin, 1964:349).

H αντιστροφή αυτής της κατάστασης σχετίζεται με τη δυνατότητα να οικοδομηθεί η μέγιστη δυνατή ενότητα των υποτελών τάξεων. Σαν ελάχιστη θεωρητική συμβολή σε αυτό το σύνθετο και κορυφαίο πολιτικό καθήκον, το άρθρο καταλήγει με δύο παρατηρήσεις: αφενός ως συμπεράσματα της ανάλυσης που προηγήθηκε και αφετέρου ως σημεία αναφοράς μιας άλλης ματιάς για το μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα.

Πρώτον, η υπεράσπιση και κατάκτηση των δικαιωμάτων είναι παραπροϊόν των συλλογικών ταξικών και κοινωνικών αγώνων και όχι υπόθεσης φιλανθρωπίας. Αποτέλεσμα της φιλανθρωπίας είναι η αποθέωση της θυματοποίησης με όρους εμπέδωσης των πολλαπλών διαχωρισμών και επένδυσης στο τραύμα. Σύμφωνα με την εύστοχη διατύπωση του Γάλλου ανθρωπολόγου και κοινωνιολόγου Ντιντιέ Φασάν, τα θεμελιώδη δικαιώματα μετατοπίζονται από την πολιτική σφαίρα σε αυτή της συμπόνιας (Fassin, 2012). Πατώντας σε υπαρκτές εμπειρίες μεταναστευτικών αντιστάσεων χρειάζεται να στοχαστούμε και να επιχειρήσουμε την αντίστροφη πορεία της πολιτικοποιημένης αλληλεγγύης και της αμφισβήτησης όλων των διαχωρισμών. Ο τελικός, άλλωστε, ορίζοντας της πάλης για νομιμοποίηση και για εργατικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα είναι η ανατροπή του συστήματος που γεννάει την εκμετάλλευση, την αποικιοκρατία, τους πολέμους και το ρατσισμό. Η απολύτως αναγκαία μάχη, λόγου χάριν, υπεράσπισης του δικαιώματος στο άσυλο, θα ήταν λειψή πολιτικά αν δε συνδεθεί με την αμφισβήτηση του ίδιου του διαχωρισμού των «προσφύγων» από τους «μετανάστες» προτάσσοντας την πάλη για τη νομιμοποίηση όλων των μεταναστών/τριών. Αντίστοιχα, η αντιπολεμική πάλη και η διεθνιστική αλληλεγγύη στους λαούς και τις χώρες που βρίσκονται στο στόχαστρο του ιμπεριαλισμού θα ήταν λειψή, αν δεν συνδέεται με την αλληλεγγύη στους μετανάστες και τους πρόσφυγες, τον αντιρατσισμό και το τσάκισμα της ακροδεξιάς και της ξενοφοβικής ρητορικής και πρακτικής της.

Δεύτερον, η αντιπαράθεση με το σύνθετο πλέγμα αποτροπής και «διαφοροποιημένης ιεραρχικής συμπερίληψης» που επιχειρήσαμε να περιγράψουμε, προϋποθέτει την απο-αποικιοποίηση της γνώσης και των πολιτικών μας πρακτικών. Αν στις τεχνικές χειραγώγησης, όπως η ανθεκτικότητα, δεσπόζει το «διαίρει και βασίλευε», οι υποτελείς τάξεις έχουν κάθε συμφέρον να ενωθούν ανεξαρτήτως χώρας καταγωγής, φυλής, θρησκείας, νομικού στάτους ή ό,τι άλλου αξιοποιείται για να τις διαιρέσει. Εφόσον, λοιπόν, η αντίληψη για την ενότητα των υποτελών τάξεων είναι συμπεριληπτική, χρειάζεται μια άλλη αριστερή διαπαιδαγώγηση που θα αντιλαμβάνεται έμπρακτα τους μετανάστες/τριες εργάτες/τριες ως δρώντα πολιτικά υποκείμενα. Γιατί ακόμη και σε δυνάμεις αριστερής και κομμουνιστικής αναφοράς στην Ευρώπη πολλές φορές αναπαράγεται ο ευρωκεντρισμός και η αποικιοκρατική νοοτροπία. Η απο-αποικιοποίηση της γνώσης έγκειται, μεταξύ άλλων, στη δυνατότητα να υποστηρίζουμε και να μαθαίνουμε από τις μεταναστευτικές αντιστάσεις.

Από τα κέντρα κράτησης μέχρι τους χώρους δουλειάς και από δημόσιους και κατειλημμένους χώρους μέχρι τις δικαστικές αίθουσες, υπάρχει, στην περίπτωση της Ελλάδας, ένας μεγάλος πλούτος εμπειριών αγώνα από μετανάστες/στριες την τελευταία δεκαετία. Kάθε απόπειρα καταγραφής, στο πλαίσιο του παρόντος, θα ήταν ελλειπτική και τηλεγραφική και θα αδικούσε τις πολύμορφες μεταναστευτικές αντιστάσεις. Σίγουρα πάντως, οποιαδήποτε καταγραφή οφείλει να περιλαμβάνει κοινότητες όπως η Πακιστανική και η Ένωση Αφρικανών Γυναικών, εργατικούς αγώνες όπως των εργατών γης στη Σκάλα Λακωνίας και τη Μανωλάδα, συλλογικές αποφάσεις της κλίμακας της απεργίας πείνας των 300 και εκατοντάδες απεργίες πείνας σε πλατείες και κέντρα κράτησης, στεγαστικά εγχειρήματα όπως αναπτύχθηκαν σε καταλήψεις στέγης, το κίνημα κατά των εξώσεων ή την πολιτική αυτοοργάνωση της Κουρδικής Κοινότητας στο καμπ του Λαυρίου, ακτιβισμούς όπως της LGBTQI ομάδας προσφύγων και πολυπληθείς δικαστικούς αγώνες, με εμβληματικές την υπόθεση της Μανωλάδας, τη δίκη των δολοφόνων του Σαχζάτ Λουκμάν και τη δίκη της Χρυσής Αυγής, καθώς και την πολιτική στοχοποίηση Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών/τριών, κοινές αντιιμπεριαλιστικές και αντιπολεμικές δράσεις για την Παλαιστίνη, την Ουκρανία, τη Συρία κ.ά.

Γιατί απέναντι στην ανθεκτικότητα, τη φιλανθρωπία και την καπιταλιστική ανάπτυξη, ένα πολιτικοποιημένο τμήμα μεταναστών/τριών και προσφύγων/ισσών έχει ήδη χαράξει τους δικούς του δρόμους της ανυπακοής, της συλλογικής αντίστασης και της αλληλεγγύης.

Βιβλιογραφία

Benjamin, W. (1983), «Πάνω στην έννοια της ιστορίας. Θέσεις για τη φιλοσοφία της ιστορίας».

De Genova, N. (2016), «Το καθεστώς των απελάσεων. Κυριαρχία, χώρος και ελευθερία κίνησης», Αντίθεση.

The Press Project (2019), «Ελληνική υπηκοότητα σε όποιον αποκτήσει ακίνητη περιουσία αξίας 2 εκατομμυρίων», 13 Σεπτεμβρίου.

Δασκαλοπούλου, Ντ. – Νοδάρος, Μ. (2008), «Φράουλες και αίμα», Ελευθεροτυπία, 30 Μαρτίου.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2015), Ευρωπαϊκή ατζέντα για τη μετανάστευση, 13 Μαΐου.

Κωνσταντοπούλου, Β. – Ζαχαριάδης, Α. (2016), «Σάντρο Μετσάντρα: το συνοριακό καθεστώς της Ευρώπης βρίσκεται σε κρίση». Συνέντευξη του Σ. Μετσάντρα, Pass World, 13 Νοεμβρίου.

Μαρξ, Κ. (1981), Θεωρίες για την υπεραξία. Μέρος πρώτο. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

Μουζάλας, Γ. (2016), συνέντευξη στον Αντώνη Σρόιτερ στον Alpha, 22 Μαρτίου.

Παπανδρέου, Γ. (2011), Ομιλία του πρωθυπουργού σε ημερίδα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με θέμα: «Η ελληνική γεωργία καινοτομεί».

Πλεύρης, Κ. (2019), «Γιουρόπα τουμόροου; – Τουμόροου μάι φρεντ…: Έρευνα και διάσωση ναυαγών στον πιο μεγάλο τάφο της Γης», The Press Project, 16 Σεπτεμβρίου.

Τσακίρογλου, Τ. (2019), «Η έκφραση “ευρωπαϊκός τρόπος ζωής” μυρίζει ρατσισμό. Συνέντευξη με του Μάικλ Χέρτσφελντ, Εφημερίδα των Συντακτών, 29/9/2019.

African Civil Society, Joint Statement: “African civil society condemns the hunt for migrants on the continent”. Signed by The West African Observatory on Migrations (WAOM), The Pan African Network for the Defence of Migrants’ Rights (PANiDMR), Caritas – Migration and Development Network (MADE) – Africa, Moroccan Transnational Network on Migration and Development (RMTMD).

Asia Pacific Forum on Women, Law and Development – APWLD (2013), “We are Workers! We are not Slaves!: Migrants and Refugees Challenge UN High- Level Talks”, 11 Οκτωβρίου.

Benn, H. (2004), “A shared challenge: promoting development and human security in weak states”. Ομιλία στο Κέντρο Παγκόσμιας Ανάπτυξης, Ουάσινγκτον, 23 Ιουνίου.

Chandler, D. (2012), “Development as Freedom?: From Colonialism to Countering Climate Change,” Development Dialogue, 58, p. 115–29.

Fassin, D. (2012), Humanitarian Reason. A Moral History of the Present. Berkeley, Los Angeles, London: University of California Press.

Gunderson, L.H. – Holling, C.S. (2002), Panarchy: Understanding Transformations in Human and Natural Systems. Washington, Covelo, London: Island Press.

Harvey, D. (2006), “Neoliberalism as creative destruction,” Geografiska Annaler, Human Geography, 88B:2, p. 145-158.

von Hayek, F.A. (1974), “The Pretence of Knowledge”. Εισήγηση στην απονομή των βραβείων Νόμπελ.

Holling, C.S. (1973), “Resilience and Stability of Ecological Systems”, Annual Review of Ecology and Systematics, 4, p. 1-23.

Johnson, C. (2011), “Obama’s Katrina”. Πρόλογος στο Johnson, C. (επιμ.), The Neoliberal Deluge: Hurricane Katrina, late capitalism, and the remaining of New Orleans. Minneapolis, London: University of Minnesota Press.

Kambhu, J. – Weidman, S. – Krishna, N. (2007), New Directions for Understanding Systemic Risk: A Report on a Conference Cosponsored by the Federal Reserve Bank of New York and the National Academy of Sciences, Washington: The National Academies Press.

Kingsley, P. (2018), “‘Better to Drown’: A Greek Refugee Camp’s Epidemic of Misery”, The New York Times, 2 Οκτωβρίου.

Mercier, D., GA. (2018), εισαγωγικό σημείωμα στο Cusumano E. – Corbe M. (επιμ.), A Civil-Military Response to Hybrid Threats. Switzerland: Palsgrave Macmillan / Springer, 2018.

NATO, Resilience: the first line of defence.

Neate, R. (2012), “Queen Finally Finds out Why No One Saw the Financial Crisis Coming.” The Guardian, sec. UK news, 13 Δεκεμβρίου.

Norton, R. (2003) “Feral Cities,” Naval War College Review, 56:4, p. 97-106

Peck, J. – Theodore, Ν. – Brenner, Ν. (2009), “Neoliberal Urbanism: Models, Moments, Mutations”, SAIS Review, 29, 1 Δεκεμβρίου, p. 49-66.

Pierce, A. (2008), “The Queen Asks Why No One Saw the Credit Crunch Coming,” Telegraph, sec. News, 5 Νοεμβρίου.

Pingali, P. – Alinovi, L. – Sutton, J. (2005), “Food Security in Complex Emergencies: Enhancing Food System Resilience,” Disasters, 29:1, (June 2005), p. S5-24.

Slobodkin, L. (1964), “The Strategy of Evolution”, American Scientist, 52:3, 1964, p.342-357.

Taw, J.M. – Hoffman, B. (1991), The Urbanisation of Insurgency: The Potential Challenge to U.S. Army Operations. United States Army

Thatcher, M. (1987), Συνέντευξη στο περιοδικό Woman’s Own Magazine, 31 Οκτωβρίου.

United Nations Development Programme (UNDP) – United Nations Environment Programme (UNEP) – World Bank – World Resources Institute (2008), World Resources 2008: Roots of Resilience – Growing the Wealth of the Poor, Washington, DC: World Resources Institute.

Walker, J. – Cooper, M. (2011) “Genealogies of Resilience: From Systems Ecology to the Political Economy of Crisis Adaptation”, Security Dialogue: Special Issue on The Global Governance of Security and Finance, 42:2, 1 Απριλίου, p. 143–60.

Washington, T. (2015), ομιλία σε εκδήλωση για τα 10 χρόνια μετά τον τυφώνα Κατρίνα.

Watts, M. (1983), “On the Poverty of Theory: Natural Hazards Research in Context”, in Hewitt, K. (επιμ.), Interpretations of Calamity: From the Point of Human Ecology, London, Boston, Sydney: Allen & Unwin Inc., p. 231–62.

100 Resilient Cities (100RC) – The Rockefeller Foundation (2016), Global Migration: Resilient Cities at the Forefront. Strategic actions to adapt and transform our cities in an age of migration. Network Exchange programme, with the participation of Paris, Los Angeles, Athens, Medellín, Montreal, Amman, Ramallah, Thessaloniki. New York: The Rockefeller Foundation.

Notes:
  1. Ενδεικτικά: United Nations International Strategy for Disaster Reduction (UNISDR). Living With Risk: A global review of disaster reduction initiatives. 2004 version volume I. New York, Geneva: United Nations, 2004 | UNISDR Global Assessment Report on Disaster Risk Reduction: Risk and poverty in a changing climate. Invest today for a safer tomorrow. New York, Geneva: United Nations, 2009 | UN Development Programme, UN Environment Programme, World Bank, World Resources Institute. Roots of Resilience: Growing the Wealth of the Poor. Ownership, Capacity, Connection. World Resources Report. Washington D.C., 2008. | Organisation for Economic Co-operation and Development (OECD). Concepts and Dilemmas of State Building in Fragile Situations. Off print of the Journal on Development, 9:3, 2008 | Global Sustainability Panel (United Nations Secretary-General’s High-level Panel on Global Sustainability). Resilient People, Resilient Planet: A future worth choosing. New York: United Nations, 2012 | World Bank. World Development Report. Risk and Opportunity: Managing Risks for Development. Washington, DC: World Bank, 2013 | 100 Resilient Cities The Rockefeller Foundation. City Resilience and the City Resilience Framework. January 2015. | 100 Resilient Cities The Rockefeller Foundation. Resilient Cities, Resilient Lives: Learning from the 100RC Network. July 2019.
  2. NATO, Resilience Conference 2019. Co-hosted by NATO Allied Command Transformation and the city of Norfolk, Virginia, April 9-10, 2019 (https://www.act.nato.int/resilience)
  3. Συστήματα μακριά από καταστάσεις ισορροπίας, με προσαρμοστικές ικανότητες. Τα πολύπλοκα συστήματα είναι πολύπλοκες δομές με πολλά μέρη που αλληλεπιδρούν, τα οποία δρουν και αναπτύσσονται μη γραμμικά και ως αυτο-οργανωμένες οντότητες. Τα πολύπλοκα προσαρμοστικά συστήματα αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία των πολύπλοκων συστημάτων. Πρόκειται για τα συστήματα εκείνα που παρουσιάζουν ικανότητες μάθησης και προσαρμογής στο περιβάλλον τους.
  4. Για μια πιο αναλυτική σύγκριση μεταξύ Χόλινγκ και Χάγιεκ βλ. Walker & Cooper (2011).
  5. «(…) Οι κοινωνικές επιστήμες, όπως η βιολογία αλλά όχι όπως μεγάλο τμήμα των κλασικών φυσικών επιστημών, έχουν να αντιμετωπίσουν δομές με ουσιαστική πολυπλοκότητα (…). Ο ανταγωνισμός, για παράδειγμα, είναι μία διαδικασία που μπορεί να φέρει αποτελέσματα μόνο εφόσον εξελιχθεί ανάμεσα σε έναν αρκετά μεγάλο αριθμό ενεργών ατόμων». (von Hayek, 1974).
  6. Έχει ενδιαφέρον να συγκρίνουμε τις παρακάτω θέσεις του Χόλινγκ και του Χάγιεκ αντίστοιχα: «Αυτό που προκύπτει από τα παραπάνω δεν είναι η απόδειξη επαρκούς γνώσης, αλλά αντίθετα η αναγνώριση της άγνοιάς μας. Όχι το συμπέρασμα ότι τα μελλοντικά γεγονότα είναι αναμενόμενα, αλλά το ότι θα είναι μη αναμενόμενα» (Holling,1973:21). «Ομολογώ ότι προτιμώ την πραγματική αλλά ατελή γνώση, ακόμη και αν αφήνει πολλά πράγματα απροσδιόριστα και απρόβλεπτα» (von Hayek, 1974).
  7. Βλ. Taw & Hoffman (1991)· Norton (2003).
  8. Κρίσιμες θεωρούνται οι υποδομές που οφείλουν να έχουν μια συνεχή και αδιάλειπτη λειτουργία, για να εγγυώνται τη συνεχή και αδιάλειπτη λειτουργία του κράτους.
  9. Πρόκειται για την πρώτη φορά που η απειλή απέναντι στην οποία οφείλει το κράτος, οι πολίτες κ.λπ. να γίνουν ανθεκτικοί δεν περιορίζεται στο πεδίο της τρομοκρατίας, των στρατιωτικών επιθέσεων ή των κοινωνικών εξεγέρσεων, αλλά εκτείνεται και στο επίπεδο της πολιτικής προστασίας. Βλ. και US Department of Homeland Security (DHS), ειδική θεματική «Ανθεκτικότητα» (https://www.dhs.gov/topic/resilience)
  10. «Είναι σαφές ότι στις ερχόμενες δεκαετίες οι φτωχοί αγροτικοί πληθυσμοί θα δοκιμαστούν, επηρεασμένοι από την κλιματική αλλαγή. Δεν υπάρχει καμία πόλη στον αναπτυσσόμενο κόσμο αρκετά μεγάλη ή αρκετά εύπορη ώστε να μπορέσει να απορροφήσει τη μετανάστευση των φτωχών που δεν έχουν καμία ασφάλεια απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους και δεν μπορούν να βρουν κανένα μέσο προσαρμογής. Η πολιτική και κοινωνική αστάθεια που είναι εγγενής σε τέτοιες ενδεχόμενες μαζικές μετακινήσεις πληθυσμού θα πρέπει να ανησυχήσει έντονα τη διεθνή κοινότητα (…). Οι επιπτώσεις του να μη δράσουμε τώρα μπορούν κάλλιστα να δοκιμάσουν τα όρια της συμπόνοιας» (UNDP, 2008:ix)
  11. Από την ιστοσελίδα του ΝΑΤΟ για την ανθεκτικότητα: https://www.nato.int/cps/en/natohq/topics_132722.htm
  12. NATO, Resilience: the first line of defence. Διαθέσιμο στο: https://www.nato.int/docu/review/articles/2019/02/27/resilience-the-first-line-of-defence/index.html
  13. Από την ιστοσελίδα του Ιδρύματος Ωνάση, για το ΠΦΜΑ: http://globalsustain.org/el/story/7715
  14. https://refugeesmigrants.un.org/sites/default/files/180711_final_draft_0.pdf
  15. Βλ. τη διαδικτυακή σελίδα στο: https://gfmd.org/md-forum/gfmd-2020-thematic-agenda
  16. Το 2009 πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα η Γ’ σύνοδος του ΠΦΜΑ υπο την αιγίδα του Ιδρύματος Ωνάση, ενώ με πρωτοβουλία μεταναστευτικών οργανώσεων και φορέων της Αριστεράς πραγματοποιήθηκε αντι-σύνοδος στην ΑΣΟΕΕ.
  17. Βλ. http://www.immigration.gr/2017/01/blog-post_20.html
  18. NATO, Resilience: the first line of defence, ό.π.
  19. Βλ. το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Κωστή Πλεύρη (Πλεύρης, 2019)
  20. Βλ. τα σχετικά ρεπορτάζ στην εφημερίδα Γκάρντιαν, διαθέσιμα στο: https://www.theguardian.com/news/series/nauru-files