Σύνοψη κειμένου
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ιδιαίτερα μετά την «πτώση του Τείχους» και την κατάρρευση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», το ζήτημα του κομμουνισμού −όχι τόσο με πρωτοβουλία μαρξιστών μελετητών, αλλά κυρίως διανοητών που, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, εντάσσονται στον λεγόμενο μετα-μαρξισμό− επανεγγράφηκε στο πεδίο της ιδεολογικής ζύμωσης και των κοινωνικών κινημάτων. Καθένας από τη δική του οπτική, θεωρητικοί όπως ο Νέγκρι (Negri) και ο Χαρντ (Hardt), ο Μπαντιού (Badiou), ο Χόλογουεϊ (Holloway) και ο Ζίζεκ (Žižek), επιχειρούν να πραγματευτούν και να επαναπροσδιορίσουν την «κομμουνιστική υπόθεση», εντάσσοντάς τη με διαφορετικούς τρόπους στη δυναμική της λεγόμενης «αντικαπιταλιστικής πάλης».
Μια από τις ισχυρότερες ιστορικές και θεωρητικές ρίζες αυτών των μετα-μαρξιστικών προσεγγίσεων της σοσιαλιστικής στρατηγικής και του κομμουνισμού μπορεί να εντοπιστεί στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1980, όταν, σε μια περίοδο εδραίωσης του νεοφιλελευθερισμού, κάνει την εμφάνισή της η μελέτη των Ερνέστο Λακλάου (Ernesto Laclau) και Σαντάλ Μουφ (Chantal Mouffe) Hegemony and Socialist Strategy. Towards a Radical Democratic Politics (1985).
Εκτιμώντας ότι οι αναλύσεις του Λακλάου (και της Μουφ) επηρέασαν και επηρεάζουν με πολλούς τρόπους τη θεωρία και την πράξη των χαρακτηριζόμενων ως αντικαπιταλιστικών κινημάτων της εποχής μας, καθώς και τις τρέχουσες «μετα-μαρξιστικές» αφηγήσεις του κομμουνισμού, το άρθρο αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί ως το πρώτο μιας σειράς ανάλογων κειμένων μαρξιστικού προβληματισμού υπό τον γενικό τίτλο «Ο κομμουνισμός του Μαρξ ως κριτική στη μετα-μαρξιστική “κομμουνιστική υπόθεση”» και με πλαίσιο αναφοράς τη θεματική του κομμουνισμού στο έργο διανοητών όπως οι Νέγκρι και Χαρντ, ο Μπαντιού, ο Χόλογουεϊ και ο Ζίζεκ.